Το υπαρξιακό ον «υπάρχει» κβαντικά, το δομημένο εγώ «υπάρχει» σχετικά.
Ποτέ δε γίνεται κατορθωτό να συνειδοποιηθούν ταυτόχρονα το ένα και το άλλο,
παρά μόνο στη διάρκεια του εσωτερικού διαλόγου ο οποίος διακόπτεται αυτόματα
μόλις σχηματισθεί το ερώτημα ποιος ρωτά και ποιος απαντά. Μόλις συνειδητά
γίνεται αντιληπτή η ύπαρξη, παίρνει την οργανωμένη μορφή του εγώ. Αντίθετα, όσο
κυριαρχεί η αντίληψη ενός υπαρκτού εγώ, η ύπαρξη, ενώ είναι παρούσα και εν
δράσει, δε γίνεται αντιληπτή σαν τέτοια. Η λύση των προβλημάτων του βίου και
της ζωής, σα μηχανισμός, είναι διαφορετική για τη χαοτική ύπαρξη από ότι για το
δομημένο και γνωστικό εγώ. Η χαοτική δραστηριότητα στο νου γίνεται αντιληπτή ως
υπάρχω – δρω ενώ η σχετική του λογικού και της γνώσης γίνεται αντιληπτή σαν
είμαι – σκέπτομαι.