Το καλάμι


Κάλαμος ο μείζων ή ο δόναξ, το καλάμι, συντροφεύει τον άνθρωπο από την αυγή της ιστορίας του. Στην ελληνική μυθολογία ο Κάλαμος ήταν γιος του θεού-ποταμού Μαιάνδρου. Ήταν ερωτευμένος με έναν άλλο νέο τον Κάρπο, γιο του Ζέφυρου. Μια μέρα που κολυμπούσαν και οι δυο στον Μαίανδρο, παραβγαίνοντας στο κολύμπι, ο Κάρπος πνίγηκε. Ο Κάλαμος από την στεναχώρια  και το κλάμα στέγνωσε κι έγινε ένα καλάμι στην όχθη του ποταμού. Ο Δίας έκανε τον Κάρπο, καρπό των αγρών που πεθαίνει και ξαναγεννιέται κάθε χρόνο.
Από το καλάμι οι άνθρωποι κατασκεύαζαν πλείστα όσα χρειαζούμενα αλλά και εργαλεία. Στέγες, τοίχοι, φράχτες, πλέγματα, καλάθια και κάνιστρα.
Από το χονδρό καλάμι κατασκεύαζαν τους αυλούς. Έφτιαχναν επίσης την σύριγγα, μουσικό όργανο το οποίο δεν είχε οπές  όπως ο αυλός, αλλά αποτελείτο από μικρά κομμάτια λεπτού καλαμιού διαφόρων μεγεθών, δεμένων μεταξύ τους και οι φθόγγοι παράγονταν κινώντας την σύριγγα μπροστά στα χείλη και φυσώντας. Αργότερα έφτιαχναν από κομμάτια καλαμιού τις γλωττίδες στα πνευστά όργανα, κλαρίνα, γκάιντες, τσαμπούνες κ.α.
Η νύμφη Σύριγξ της Αρκαδίας μεταμορφώθηκε σε καλάμι για να αποφύγει τον έρωτα του Πανός και αυτός με την σειρά του μετέτρεψε το καλάμι σε μουσικό όργανο, τον αυλό. Αυτή είναι μια άλλη παραλλαγή του μύθου.
Οι ψαράδες το χρησιμοποιούσαν στο ψάρεμα, η ελαφρότητα και η ευλυγισία, εξ’ ου και δόναξ, δονούμενος, το κάνουν ιδανικό στο ψάρεμα. Τώρα γίνονται από πλαστικό.
Η ρωμαϊκή μυθολογία αναφέρεται στη νύμφη Κάννα η οποία μεταμορφώθηκε σε καλάμι για να αποφύγει κι αυτή τον έρωτα του Πανός, (τελικά αυτός δεν έκανε άλλη δουλειά). Από το όνομα αυτής της νύμφης ετυμολογείται η κάνη του όπλου, ο κανόνας ως μέτρο, το ρήμα κανονίζω, δηλαδή τακτοποιώ με κανόνες, με μέτρο. Η κάνναβης κ.λ.
Άλλα κατασκευάσματα από καλάμι ήταν οι παγίδες πουλιών, οι περίφημες ξόβεργες, αλλά και βέλη και γραφίδες-πένες, ακόμη βούρτσες, στηρίγματα κομμώσεων και χτένες, ψευτοκοσμήματα, μέχρι και το ταπεινό καλαμάκι στο σουβλάκι, πριν έρθουν από την μακρινή Κίνα τα βιομηχανοποιημένα ξυλάκια από μπαμπού. Παιγνίδι των παιδιών, το έκανε η ευλυγισία, το ελαφρό και το εύκολο της κατεργασίας του. Σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη το καλάμι είναι το άλογο των παιδιών στα παιγνίδια τους.
Η έκφραση «καβάλησε το καλάμι» πηγάζει ακριβώς από αυτό το παιγνίδι των παιδιών. Αφορά σε ενήλικες ορισμένων κατηγοριών, χαρακτηριστικής νοοτροπίας δηλαδή, άνδρες, σπανιότερα γυναίκες, που το κύριο γνώρισμά τους είναι η έπαρση σε δράση. Υπάρχουν βέβαια κι άλλες λαϊκές εκφράσεις γι αυτή την στάση. Το καβάλημα όμως διατηρεί μια ξεχωριστή ποιότητα υπεροψίας. Για παράδειγμα λέμε «έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του» ή «πήραν τα μυαλά του αέρα» που σημαίνει ότι φέρεται σαν να ανήκει σε άλλη, ανώτερη θέση από αυτή που πραγματικά βρίσκεται, αλλά είναι μια λιγότερο δονκιχωτική κατάσταση. Μια άλλη κοντινή κατάσταση που την σημειώνουμε σαν ψωροπερηφάνια ή ψωροφαντασία και συνήθως συνοδεύει την στάση ή την παράσταση λέμε και στις τρεις αυτές καταστάσεις ότι «καμαρώνει σαν φουσκωμένο ασκί» ή «σαν γύφτικό σκερπάνι» ή «σαν το παγώνι». Η χρήση όμως του ρήματος καμαρώνω, δηλαδή κάνω την καμάρα, την αψίδα, δίνει περισσότερο μια στάση παρά μια δράση.
Συχνά, τα λαϊκά αποφθέγματα είναι τόσο δυσεξήγητα που ταιριάζουν σε ελάχιστες περιπτώσεις ή είναι τόσο σύνθετες οι καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από πολλές ποιότητες. Για παράδειγμα το «καβάλησε το καλάμι» ενώ περιέχει σίγουρα μεγαλομανία, κενοδοξία, ματαιοδοξία, δεν κυριολεκτεί την ακαταδεξία ή το κόρδωμα ή την απαξίωση του καβαλάρη προς το περιβάλλον του. Η έπαρση, η ξιπασιά και η ποζάτη στάση χαρακτηρίζουν και αυτές τον καβαλάρη του καλαμιού αλλά όχι πλήρως.
Η φαυλότητα και η ξετσιπωσιά είναι και αυτές ποιότητες μιας τέτοιας στάσης. Το συστατικό που καλύτερα συμπληρώνει την εικόνα του καβαλάρη είναι μια δράση μέσα στην αδιαφορία για τους γύρω του, μια αλόγιστη δράση, ίσως το «ψηλαρμενίζει» να είναι η πιο ταιριαστή εικόνα της άκριτης αυτής κατάστασης.