Δήθεν ριζοσπαστική ορμή


Η ορμή, η παραφορά κι όχι οι συμβουλές, κινητοποιούν ή βάζουν σε δράση τον λαό. Οι δύο αυτές ποιότητες, η ορμή και η παραφορά, είναι χαρακτηριστικές της ριζοσπαστικής έκφρασης, αλλά και ένας από τους κυριότερους παράγοντες της αστοχίας μιας ριζοσπαστικών στόχων δήθεν δράσης.
Πολλές φορές η ριζοσπαστική ορμή κινητοποιείται από το καταπιεσμένο συναίσθημα, ενώ όμως το λογικό μπορεί να κατανοηθεί με μικρή ή μεγάλη προσπάθεια, το συναίσθημα είναι ακατανόητο, τουλάχιστον λογικά.
Η τάση στη φύση έχει θετική εντροπία, αντίθετα στη βιολογία η τάση είναι αρνητική, δηλαδή κυρίως τήρηση της τάξης. Μ’ αυτή τη θεώρηση, η ζωή ξεχωρίζει από το περιβάλλον της ενώ είναι απόλυτα συνδεδεμένη με αυτό. Αυτή είναι μια βασική αντίφαση του κόσμου μας που η δυναμική της έκφραση είναι η προσπάθεια προσαρμογής.
Οι πολίτες πρέπει να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή, γνωρίζοντας ότι καινοφανές δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη νέο και ότι όλες οι διακρίσεις που επιβάλλει το εξουσιαστικό κομμάτι της πολιτικής στοχεύουν στην ανισότητα. Η απόσταση λόγων και έργων αποδεικνύει ότι όλα όσα λέγονται, σαν διαπιστώσεις ή υποσχέσεις αφορούν σε αιτήματα των πολιτών που ίσχυαν και στο παρελθόν και τα οποία ουδέποτε ικανοποιήθηκαν.
Η απογοήτευση δεν πρέπει να ωθεί τους πολίτες σε σχήματα που υπόσχονται άλματα και ριζικές αλλαγές, οι οποίες όπως διδάσκει η ιστορία δεν είναι σταθερές. Η αλλαγή γίνεται όταν ωριμάσουν οι συνθήκες και βήμα – βήμα. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια την «παραπλανητική απόπειρα από την πλευρά της άρχουσας τάξης να εκτρέψει την ενέργεια των αντιπάλων της σε αναποτελεσματικές και αβλαβείς για την ίδια κατευθύνσεις» (Isaiah Berlin «Καρλ Μαρξ»). Το ριζοσπαστικό ή επαναστατικό άλμα όπως απέδειξε η ιστορία μέχρι στιγμής,  το μόνο που πετυχαίνει είναι ν’ αλλάξει τη σύνθεση των εξουσιαστικών συσπειρώσεων, ενώ η κοινωνία σαν σύνολο δεν μετασχηματίζεται με άλματα.
Οι πάντες ωθούνται προς το επικρατέστερο ή το νικητήριο φοβούμενοι μήπως απομονωθούν ή μήπως βρεθούν εκτός της νέας εικόνας. Στην πράξη όμως ωθούνται από τα κενά που έχουν στην κοσμοαντίληψή τους, πράγμα που εκμεταλλεύονται οι επαγγελματίες πολιτικοί. Η παραπλάνηση, το ψεύδος, ο πολιτικός εκβιασμός, η κατασπατάληση των δημόσιων πόρων, είναι η πιο συνήθης πρακτική αυτών των πολιτικών. Η κοινή γνώμη κολακεύεται μέσα από τις κατευθύνσεις που δίνουν οι επαγγελματίες διαφημιστές και τα Μ.Μ.Ε. Ο κοινωνικός και πολιτικός βίος σκηνοθετείται. Οι πολίτες αναγκάζονται να ψηφίσουν για την τσέπη τους κι όχι για τα παιδιά τους.