Περί της λεγόμενης «καψούρας»


Επικρατεί η άποψη ότι η λεγόμενη λαϊκά «καψούρα» είναι μια αρνητικά φορτισμένη συναισθηματική κατάσταση, μια αξιολύπητη κατάσταση στην οποία περιέρχεται κάποιος ή κάποια εξαιτίας ενός ανεκπλήρωτου πάθους, ενός ανεπίστρεπτου έρωτα ή μιας απραγματοποίητης ή ανέφικτης επιθυμίας.
Αυτό που χαρακτηρίζει κυρίως την κατάσταση αυτή είναι τα δεσμά του «καψουρεμένου» με το αντικείμενο της «καψούρας» του.
Στην πραγματικότητα όμως η κατάσταση αυτή είναι μια ασθένεια κοινωνική με σύνδρομο μια ανικανοποίητη και ανεπιβεβαίωτη ατομική σημαντικότητα. Πρόκειται δηλαδή για μια μορφή της ιδεολογικής εγωπάθειας.
Το «εγωπαθές» υποκείμενο σε αδυναμία να σχετισθεί και να διαλεχθεί με το περιβάλλον του, ανθρώπινο, τεχνητό ή φυσικό, ταυτίζεται με μια ιδέα ή πρόσωπο ή μέσω αυτής γίνεται αντικείμενο επιβεβαιωτικό του εαυτού του.
Αυτή η τεχνική του «εγώ» εκδηλώνεται με τη μορφή και τη συμπεριφορά που ορίζεται λαϊκά σαν «καψουρεύεται» ή «την βρίσκει» ή ακόμη «έτσι γουστάρει».
Φαινομενικά οι «καψούρηδες» είναι κοινωνικά προσαρμοσμένοι, στην πράξη όμως το αντικείμενο της «καψούρας» είναι η μόνη σύνδεση με το περιβάλλον τους. Αισθάνονται μόνιμα μειωμένοι, αδικημένοι, τους λείπει πάντα κάτι, τους φταίει πάντα κάτι.
Ενώ στην αρχή η κατάστασή τους εμπνέει συμπάθεια, εν τέλει γίνονται βαρετοί και περιγέλαστοι.
Ο οπαδός της ιδεολογίας της «καψούρας» αποδίδει κυρίως όλα τα αρνητικά που του συμβαίνουν σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, σε μια κατάσταση, ακόμη και σε μια αόρατη συνωμοσία που τον απομακρύνει μόνιμα από την επίτευξη του σκοπού του. Επικεντρώνει τις όποιες προσπάθειές του στην ικανοποίηση του στόχου του, βάζοντας τα υπόλοιπα σε δεύτερη προτεραιότητα, βλάπτοντας ακόμη και τον εαυτό του. Ασχολείται συνεχώς και μονίμως με το αντικείμενο της «καψούρας» του. Ο «καψούρης» έχει μια ιδιαίτερη στάση και δράση μέσα στο περιβάλλον το οποίο ζει. Η υπεροχή της περί το άτομό του προσδοκίας ικανοποίησης απέναντι και σε σχέση με τις συλλογικές ανάγκες, αναδεικνύει τον πολιτικό χαρακτήρα αυτής της εγωπαθούς ιδεολογίας. Ο «καψούρης», ο κόσμος να χαλάει, ασχολείται με την «καψούρα» του. Ζει «στον κόσμο του» λέει συνήθως ο κόσμος. Είναι φανερό ότι όσο πιο πολλοί εξαρτώνται από τη δραστηριότητά του, τόσο μεγαλύτερα προβλήματα προκύπτουν. Μικρό παράδειγμα η «καψούρα» του κέρδους από τυχερά παίγνια. Η χειρότερη ίσως μορφή «καψούρη» είναι αυτή του κατ’ επάγγελμα πολιτικού, η «καψούρα» της εξουσίας.
Στην περίπτωση αυτή η δράση και η στάση του «καψούρη» μπορεί να πάρει κάθε μορφή, από εγκληματική έως γελοία, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να πείσει τον πολιτικό ότι βρίσκεται σε πλάνη. Αυτό ισχύει τόσο για τους καλοπροαίρετους όσο και για τους άλλους. Η υπεροχή του ατόμου του «καψούρη» έναντι των πολλών, πράγμα που είναι τελείως αντίθετο από το λειτούργημα του πολιτικού, κάνει την περίπτωση αυτή επικίνδυνη. Ακόμη κι αν κατακτήσει την εξουσία, η επιθυμία διατήρησής της θα τον οδηγήσει σε ενέργειες πέραν κάθε ηθικής, αξιοπρέπειας, αισθητικής κ.λ.
Μπορεί κανείς να πει άφοβα ότι πρόκειται, όσον αφορά στην πατρίδα μας, για μια ενδημική και άκρως μολυσματική νόσο της αγοραίας και κυριαρχικής εκμετάλλευσης των πάντων, ιερών, όσιων, καθημερινών κ.ο.κ. Ο μολυσμένος θέλει να κυβερνάει, να κουμαντάρει, να εξουσιάζει, διαφεντεύει, να βασιλεύει τέλος πάντων. Το αποτέλεσμα είναι μια συμπεριφορά που παράγει μια ανυπόφορη δυστυχία και αυτή την ιδιαίτερη σεκλετισμένη αποκτήνωση που κουμαντάρει την κοινωνία.
Η κατάσταση αυτή, του «καψούρη» δηλαδή, είναι αταξική, ανεξάρτητη από μόρφωση, ευφυΐα, κοινωνική θέση, φύλο ή ηλικία. Είναι η χειρότερη μορφή «εγωπάθειας» και μεγάλο εμπόδιο για την εξέλιξη. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί η διαφορά μεταξύ ερασιτέχνη και δια βίου «καψούρη». Ο ερασιτέχνης ζει μια ζωή με πολλά ενδιαφέροντα από τα οποία για μικρό χρονικό διάστημα κάποιο ή κάποια ενισχύονται. Ο δια βίου «καψούρης» ζει αποκλειστικά με στόχο την ικανοποίηση του πάθους του, πάντα εν ζημία, έχοντας επίγνωση ή όχι.