Η επέτειος της αφύπνισης (16/11/2013)


Πριν 10 ακριβώς χρόνια με αφορμή την επέτειο της εξέγερσης του 1973 είχα δημοσιεύσει το παρακάτω κείμενο στον «Ερμή».
Με μεγάλη θλίψη διαπιστώνω ότι σήμερα, μετά τόσα χρόνια, δεν έχω να προσθέσω τίποτα, ίσως εκτός από το ότι ο ύπνος έγινε εφιάλτης.

Πολλές φορές στην ιστορία, ελάχιστοι κουβαλούν τους πολλούς άλλοτε λίγα μέτρα, άλλοτε μακρύτερα. Με την ασφάλεια της απόστασης τριάντα χρόνων φέτος, μιας ολόκληρης γενιάς, μπορεί άραγε η μνήμη να αποφορτιστεί απ’ το συναίσθημα; Κάποιες ώρες γίνεται άλλες πάλι όχι.
Μέσα στην ιστορία όπως αυτή γράφεται, και την γράφουν αλίμονο σχεδόν πάντα οι εξουσιαστές, είτε αυτοί που νίκησαν, είτε αυτοί που νικήθηκαν, χάνεται η αίσθηση του ανθρώπου, γίνεται μάζα που ματώνει, μάζα που άλλοτε ανυψώνεται ή χαυνώνεται. Η κάθε ανθρώπινη ζωή όμως είναι μοναδική, τα πάθη, η χαρά, η λύπη, η αδυναμία ή το σθένος του καθενός είναι μοναδικά. Μόνον αυτά έχουν αξία παιδαγωγική, αξία της καρδιάς, αρετή δασκάλα για την εξέλιξη της ψυχής. Ο μικρός, απλός άνθρωπος είναι ο κόσμος όλος.
Οι αστοί αφυπνίστηκαν όταν κτυπήθηκαν τα παιδιά τους, παιδιά που έμειναν αμόλυντα απ’ τις αποκρουστικές ενοχές των γονιών τους. Μέχρι τις μέρες της εξέγερσης όλοι βρίσκανε επιδέξιες δικαιολογίες για να κάτσουν στ’ αυγά τους, αυγά βαμμένα μπλε λόγω του εθνικού φρονήματος. Όλοι εκτός από μερικούς, σχεδόν πάντα τους ίδιους που ανήσυχοι επιμένουν να είναι ζωντανοί.
Στις ταράτσες σκοπευτές, με σχέδιο τοποθετημένοι, σκορπούν θάνατο. Ποιος άραγε τους διέταξε, ποιοι ήσαν, άγνωστο. Παρακράτος, κράτος, ξένοι και ντόπιοι σκοτεινοί, όλοι παρόντες στις ταράτσες σα μαύρα κοράκια του θανάτου να σημαδεύουν στο άοπλο πλήθος. Στην ταράτσα του «Ακροπόλ» φαίνονταν καθαρά, μπρος απ’ το ανταύγασμα του νέον φιγούρες κατάμαυρες.
Οι παρόντες στην εξέγερση δείχνουν με το δάκτυλο της δίκης τους απόντες. Τι κι αν είχες δίκιο όταν έλεγες ότι η Χούντα θα αλλάξει ρούχα, ήσουν απών.
Η μνήμη της εξέγερσης λειτούργησε για πολλούς σαν αγχολυτική ένεση απαλλαγής από τις ενοχές της υποταγής τους. Για άλλους σαν κεφάλαιο για εξαργύρωση, για το σύστημα σα λυτρωτική εξιλέωση απ’ τη χουντική υιοθεσία, για λίγους σαν πολύτιμη κληρονομιά στιγμών ελευθερίας, υπέρβασης του μικρού βίου. Για τους νεκρούς; Οι νεκροί δεν έχουν μνήμη.
Ο πλούτος των μικρομεσαίων που σωρεύτηκε στα τριάντα χρόνια που ακολούθησαν και της ολιγαρχίας που προήλθε απ’ αυτούς, εξυπηρετήθηκε με άλλοθι τη μνήμη αυτή. Άλλοθι της δημοκρατίας που δε βασιζόταν πουθενά αλλού.
Παρακρατικοί, ασφαλίτες, εσατζήδες και πεζοναύτες, με πολιτικά, σε μικρές ομάδες κτυπούσαν αλύπητα. Τους τραυματίες που έσερναν απ’ τα ασθενοφόρα, και μεσ’ τα νοσοκομεία, και τους γιατρούς. Απαίσιοι φρικτοί βρικόλακες. Ιερείς του μίσους και της ηλιθιότητας που αυτό κρύβει μέσα του.
Τι ζητούσαν οι νέοι, τι ζητούσαν οι αγρότες, οι εργάτες; Το πολύπλοκο να γίνει απλό, το αντίθετο είναι έργο του δυνάστη. Ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Ο φυσικός νόμος. Τι ζητούσαν; Τι ζητούν; Αυτήν την ελάχιστη πολιτική δημοκρατία που επιτρέπει η ολιγαρχία να γίνει και κοινωνική και οικονομική δημοκρατία. Να μπορέσει έτσι να σχεδιαστεί μια δημιουργική κι ειρηνική κοινωνία.
Το πολυβόλο μέσα απ’ την πόρτα της εισόδου. Αστυνομική διεύθυνση Αθηνών, Δεριγνύ και Γ΄Σεπτεμβρίου, γάζωνε την οδό Πολυτεχνείου, μικρό δρομάκι, άγνωστο πεδίο θυσίας.
Μπροστά στο διάβολο δεν αρκούν οι προσευχές, χρειάζεται μάχη. Ίσως να ‘ναι χρήσιμες πριν εμφανιστεί ο Σατανάς.
Οι νεολαίοι, οι αγρότες, οι εργάτες, παρόντες. Απόντες οι άλλοι. Τι να τους αναφέρω, και συ απών, όχι από φόβο, αλλ’ από γνώση, έμεινες σκλάβος της λογικής, και συ απών από φόβο μη χάσεις λίγη απ’ τη μιζέρια σου.
Τα συνθήματα πάνω στο υπέροχο χρώμα, ένα χοντρο-κόκκινο σαν της Κνωσού, στη στοά της Γραμματείας, ένα κίτρινο… «ΚΑΤΩ Η ΧΩΝΤΑ» και με κιμωλία «114» και «ΔΕ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ» που όμως πέρασε, ένα καθαρευουσιάνικο «ΕΞΩ ΑΙ  Η.Π.Α.».Οι αγρότες απ’ τα Μέγαρα με πανό «Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΜΑΣ», οι περτρελαιάδες τους ξερίζωναν τις ελιές, οι εργάτες «ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».
Τώρα το ψωμί έγινε πολυεθνικό κρουασάν, η παιδεία του σκυλάδικου, φροντιστήριο, κι η ελευθερία, να καταναλώνεις, να συμφωνείς μαζί τους, όχι όμως να διαφωνείς.
Αργά το βράδυ οι πυροβολισμοί απλώνονταν σ’ όλο το κέντρο της πόλης. Την άλλη μέρα το πρωί συνέχισαν και στην περιφέρεια. Νέα θύματα, σα να μην έφταναν οι νεκροί της νύχτας. Η ατμόσφαιρα ηρωική, το παράνομο ράδιο φωνή συνείδησης. Οι νεκροί της εξέγερσης αλλά κι άλλοι οι ζωντανοί, δώσανε μια ευκαιρία από τις σπάνιες, στην κοινωνία του ύπνου ν’ αφυπνιστεί, και για λίγο το έκανε.
 Μέχρι που οι Σειρήνες ξανάρχισαν το νανούρισμα, ένας-ένας ξανάπεφτε στον ύπνο. Με μια άριστη πάντα δικαιολογία. Στη γωνία Πατησίων και Στουρνάρη, ο ένστολος δήμιος, με το περίστροφο που του έδωσε ο λαός, πυροβολούσε για να σκοτώσει. Αποκρουστικός Μινώταυρος, υπερασπιζόταν τις μπουρδολογίες που προοιώνιζαν την ελεύθερη αγορά, το παγκόσμιο χωριό, τον άγριο Ιμπεριαλισμό, το νέο Μεγάλο Ύπνο.
 Απειλητικά χέρια έτοιμα να πνίξουν το δίκιο, γιατί οι πολίτες πρέπει να πιστέψουν ότι όλα τα προβλήματα είναι τεχνικής φύσης, ότι μόνον οι ειδικοί μπορούν να τα λύσουν, κι ότι οι ειδικοί ανήκουν στο κράτος ή στο κεφάλαιο.

Οι νεκροί υπερασπίζοντας το παρόν, τότε, τιμούσαν το μέλλον του σήμερα. Ποιο σήμερα; Στους «Ψυχιάτρους» πρόσθεσαν και «Ψυχομηχανικούς» και «Μηχανικούς εκμετάλλευσης ανθρώπινου δυναμικού». Ποιοι διεστραμμένοι νίκησαν; Η σοφία του λαού έσωσε κάτι, κι αν η μνήμη ξεθωριάζει όσο περνούν τα χρόνια, η πορεία στην επέτειο έχει μια κατεύθυνση, καταλήγει πάντα σ’ ένα σημείο. Τουλάχιστον αυτό δεν ξεχνιέται ούτε τώρα, την εποχή του Νέου Μεγάλου Ύπνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: