Ατομικός νους και ζητούμενο (31/5/2014)


Το όλον, εμφανίζεται στην αντίληψή μας είτε ως σύνολο, είτε ως συνάθροισμα και αυτό γιατί η δομή του είναι συμπληρωματικά αντιφασική. Αυτό σημαίνει ότι το όλο αποτελείται τόσο από σύνολο όσο και από συναθροίσματα. Η αναφερόμενη αντίφαση αφορά σε όλα τα δίπολα, είτε είναι υλικά είτε είναι μεταφυσικά, τα οποία, παρόλον ότι έχουν αντιθετικό πρόσημο, αποτελούν σύνολο ή συνάθροισμα στο πλαίσιο της ολότητας. Έτσι η δυνατότητα οργάνωσης του ατομικού νου προκύπτει από τις διαδικασίες μάθησης -παιδευτικής ή εκπαιδευτικής-, η σκέψη μπορεί να οργανώνει πότε κατά τον έναν τρόπο, και πότε κατά τον άλλο, δηλαδή, άλλοτε συναθροιστικά κι άλλοτε συνολικά, άναρχα, χωρίς ορισμένη σειρά αλληλουχίας και χωρίς διάκριση. Αυτή η διάκριση δεν έγινε ποτέ αντικείμενο συστηματικής μάθησης και άσκησης. Το ζητούμενο ή η λύση του προβλήματος απαιτεί υιοθέτηση τρόπων που είναι κατάλληλοι σε σχέση με τη δομή των στοιχείων που απαρτίζουν το πρόβλημα. Δηλαδή, συναθροιστικά για τα συναθροίσματα και συνολικά για τα σύνολα. Αυτό σημαίνει ότι στο συνάθροισμα μπορεί να εξεταστεί χωριστά κάθε σημείο του ενώ το σύνολο πρέπει να εξεταστεί σαν αδιαίρετο. Ο συναθροιστικός τρόπος ρύθμισης περιορίζεται γενικά σε δύο δρόμους. Και οι δύο στηρίζονται στο αίτιο του προβλήματος, θεωρώντας ότι τα αίτια είναι αριθμητικά συστήματα οπότε εφαρμόζοντας τα αντίθετα ή απαλείφοντας τα αίτια, η ρύθμιση επανέρχεται. Ο συνολικός τρόπος δεν στοχεύει στα αίτια –τα οποία είναι άπειρα- αλλά στον τρόπο ρύθμισης, αφορά δηλαδή καταρχάς στην αναγνώριση της φύσης της δομής του προβλήματος –συνολική ή σωρευτική- και στον τρόπο ρύθμισης (ανάδραση κυκλικού δεσμού).
Η αισθησιοκρατία και η νοοκρατία είναι μια όψη της συμπληρωματικής αντίφασης. Ο επιστημονισμός είναι η μονόπλευρη προσπάθεια της αισθησιοκρατίας να εξηγεί το όλον ως συνάθροισμα. Αντίθετα, η μεταφυσική σκέψη είναι η μονόπλευρη προσπάθεια της νοοκρατίας να εξηγεί το όλον ως σύνολο.
Το ίδιο ισχύει για όλα τα μεγάλα δίπολα όπως: ύλη-πνεύμα, τάξη-αταξία, κ.λ.π..
Οι αντιθέσεις στον χώρο της σχηματοποιημένης ύλης ή της μορφοποιημένης σκέψης δεν είναι δυνατόν να δώσουν το πλήρες αν λαμβάνονται χωριστά.
Η διαλεκτική δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διάκριση της συμπληρωματικής αντίφασης και στα τρία επίπεδα που αναγνωρίζεται η κοσμική πραγματικότητα: ύλη, ενέργεια και «πληροφορία».
Η ύλη και η ενέργεια μεταφέρουν (στην ουσία στιγμιαία) πληροφορία όλων των μετασχηματιστικών διαδικασιών που προηγήθηκαν μέχρι την μορφή ή το σχήμα που «εικονίζει» ή «είναι» τη στιγμή που μπαίνει σε μια νέα επικοινωνιακή σχέση μέσω των αισθήσεων. Αυτό σημαίνει ότι ο παρατηρητής εξετάζει μια «στιγμή» της συνεχούς και αέναης αλλαγής μορφής της ύλης, της ενέργειας και της πληροφορίας. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η αντίφαση αφορά στο αντιφαίνομαι και όχι στο αντιφάσκω όπως θεωρείται γενικά. Επίσης η αντίφαση δεν πρέπει να συγχέεται με την αντίθεση, ούτε πρόκειται για διαδικασία κατεξοχήν του λογικού όπως θεωρεί η αριστοτέλεια και κυρίαρχη άποψη. Αφορά στην αλληλεξάρτηση τόσο των σκέψεων όσο και των λόγων αλλά και της δράσης. Πρόκειται για διαφορά κατεύθυνσης ενώ η αντίθεση αφορά σε θέσεις που στοχεύουν στην ίδια κατεύθυνση αλλά διαφέρουν στους τρόπους. Με αυτήν την τοποθέτηση είναι εύκολο να γίνει αντιληπτό ότι μόνον στην αντίφαση μπορεί να γίνει υπέρβαση προς κάτι νέο, ενώ στην αντίθεση η σύγκρουση, η κυριαρχία κι ο συμβιβασμός είναι αναπόφευκτα. Η διαλεκτική επεκράτησε ως εριστική με τον γραμμικό τρόπο που ερμηνεύτηκε ο Αριστοτέλης από τους Δυτικούς.
Η αταξία, έτσι, μπορούμε να λέμε ότι είναι ένας κόσμος όπου οι διαλεκτικοί δεσμοί ως δράση δεν είναι αντιληπτοί μέσω των αισθήσεων και της νόησης. Είναι ένα άπειρο σύνολο. Η τάξη, αντιθέτως, είναι ένας προερχόμενος ή όχι εκ του χάους χώρος – κόσμος, όπου η οργάνωση και η δομή (οι διαλεκτικοί δεσμοί και ο αριθμός των στοιχείων καθώς και η λειτουργικότητα) είναι αντιληπτοί από τις αισθήσεις (και τις προεκτάσεις τους) και ταξινομημένοι (με τρόπους και νόμους) από την νόηση, βάση ορισμένης και αποδεκτής κατεύθυνσής της. Ένα άπειρο συνάθροισμα.
Ο ατομικός νους, περιορισμένος από τη φύση του σε φασματική επαφή με όλον τον κόσμο μέσω των αισθήσεων και από μάθηση-εκπαίδευση σε σωρευτική οργανωτικότητα, σαν πρίσμα, άλλοτε διαλύει το όλον σε συνάθροισμα φαινομένων, δεδομένων και εννοιών και άλλοτε σε σύνολο συναθροισμάτων. Η αδυναμία του, από την μία φυσική και από την άλλη μαθησιακή και δομικά οργανωτική, να συνθέσει τις δύο αυτές αντιληπτικές διαδικασίες και κατά την αναστρέψιμη φορά και όχι μόνον μονοφασικά (ούτως ώστε να ανακαλύψει τους κυκλικούς δεσμούς και συζεύξεις), παράγει την πεποίθηση του δυιστικού κόσμου. Είναι φανερό, ότι εκτός της συμφυούς αδυναμίας (βασική άγνοια) να οργανωθεί και αντιφασικά, αυτό γίνεται αδύνατο κυρίως από την αποτυχία των τρόπων σκέψης, δηλαδή της κατεύθυνσης της σκέψης και όχι από την έκταση και το μέγεθος της μάθησης και του γνωστικού πεδίου.
Τα διάφορα προβλήματα συνήθως δεν εξετάζονται σύμφωνα με τη δομή τους αλλά αυθαίρετα και αποσπασματικά. Επιλέγονται έτσι λύσεις φαινομενικά ικανές να θεραπεύσουν. Αυτό συμβαίνει γιατί θεωρείται πρόβλημα το σημείο ή το στοιχείο που εμφανίζεται η δυσαρμονία ή δυσλειτουργία του συστήματος. Αγνοείται καταυτόν τον τρόπο η δυναμική του όλου συστήματος και η αλληλεξάρτηση των στοιχείων και των λύσεων με αποτέλεσμα μια συνεχή ανατροφοδότηση μιας αρνητικής σε σχέση με την επιδιωκόμενη κατεύθυνση.
Για απλό παράδειγμα, σε μια υποβαθμισμένη και κυκλοφοριακά προβληματική πόλη, δε δημιουργούμε πλατύτερους δρόμους, ούτε χώρους στάθμευσης, γιατί οι νέοι δρόμοι θα προσκαλέσουν μεγαλύτερους αριθμούς οχημάτων και οι μεγάλοι χώροι στάθμευσης θα ενθαρρύνουν την οικοδομική συγκέντρωση και πυκνότητα.
Η ιδιαίτερη και ξεχωριστή επέμβαση σε ορισμένα σημεία μόνον του συστήματος, πυροδοτεί αλυσωτές αντιδράσεις ή εξελίξεις πολύ κοντά στο φαινόμενο  boomerang.
Οι κίνδυνοι γίνονται μεγαλύτεροι όταν ένα σύστημα αναπτύσσεται αφύσικα με μια εκθετική (γεωμετρική) ταχύτητα, εισάγοντας στο παιχνίδι των ρυθμίσεων στοιχεία εκτός του φυσικού κυκλώματος ανάπτυξης ή με αδυναμία συμμετοχής, αγνοώντας τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά τους.
Προβλήματα συναθροιστικού τύπου απαιτούν συναθροιστικές λύσεις και τα συνολικού τύπου αντίστοιχες λύσεις.
Ψευτοδιλήμματα δίπολης μορφής όπως π.χ. μέσα ή έξω από το ευρώ, δεν μπορούν να λυθούν μ’ ένα ναι ή όχι, αλλά πρέπει να εξετάζονται ως προς τη φύση τους.
Μια κοινωνία που σαν σύστημα μετασχηματίζεται απρογραμμάτιστα, ή μιμούμενη πρότυπα, δεν μπορεί να αφομοιώσει σε σχέση με τον χαρακτήρα της προβλήματα που προκαλούν οι αλλαγές στα οικονομικά, τεχνολογικά και πολιτικά πεδία και οι οποίες συντελούνται χωρίς συνολική προοπτική, χωρίς ελέγχους, χωρίς σχέδιο και εφικτούς στόχους, με αποσπασματικές λύσεις με το κάθε πεδίο να θεωρείται σαν ξεχωριστό και με τον ιδιαίτερο χώρο του. Πολύ σύντομα, μια τέτοια κοινωνία θα βρεθεί εγκλωβισμένη σ’ ένα πλέγμα αλληλεξαρτημένων και δυσεπίλυτων προβλημάτων.


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: