Οι –ισμοι προδίδουν αδυναμία σκέψης (7/6/2014)


Η φιλοσοφία δεν μπορεί ν’ αναπτυχθεί σαν διαλεκτική επιδεξιότητα, αν αγνοεί τα πρακτικά ζητήματα και ασχολείται μόνον με τις αφηρημένες ή συμβολοποιημένες έννοιες, όπως κάνει αιώνες τώρα η ευρωπαϊκή αστική σκέψη.
Ο άνθρωπος σαν διαλεκτικά μαθησιακό ον και όχι μόνον πολιτικό, ιδιότητα που τον περιορίζει, διαλέγεται με το περιβάλλον του. Αυτή η επικοινωνιακή λειτουργία του ανθρώπου σε σχέση με την ύλη, την ενέργεια και την πληροφορία που τον περιβάλλει, εξασφαλίζει την βασική ανάγκη του η οποία αφορά στο δίπολο αυτονομία και αλληλεξάρτηση, σε σχέση με τον πόλο της αλληλεξάρτησης. Ο άλλος πόλος, αυτός της αυτονομίας, εξασφαλίζεται από την απορρόφηση και αφομοίωση ύλης, ενέργειας και σημάτων, τα οποία ο βιοσωματικός οργανισμός μετουσιώνει σε αυτόνομο σύστημα λειτουργικής επιβίωσης αλλά και σε αυτόνομο σύστημα μάθησης, δράσης και εντέλει, προσωπικότητας.
Το παραγόμενο δίπολο σύστημα έχει τους πόλους του χωρίς ιεράρχηση, δηλαδή τόσο ο ένας όσο και ο άλλος είναι κυμαινόμενος με στόχο την ισοσθένειά τους.
Αυτό σημαίνει ότι το δίπολο αυτό σύστημα έχει κυκλικό δεσμό μεταξύ των πόλων του αλλά και αντιφασική τάση. Εμφανίζεται έτσι μια αντιφασική συμπληρωματικότητα και μια διαλεκτική σχέση και στα τρία επίπεδα, (ύλη, ενέργεια και πληροφορία) με συζεύξεις προς όλες τις δυνατές κατευθύνσεις. Αυτή η διαλεκτική σχέση και το αποτέλεσμά της είναι συγχρόνως τόσο σκοπός όσο και τρόπος ζωής.
Αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή αυτής της κυκλικής πολυσύζευξης σε κάθε θέμα ή ζητούμενο, στην πράξη αποκαλύπτει το όλον σαν αντιφασική συμπληρωματικότητα. Μπορούμε έτσι να λέμε ότι αυτή είναι η φύση των πραγμάτων. Για παράδειγμα, όσον αφορά στο θέμα του γνωστικού πεδίου, η αντιφασική συμπλήρωση εκφράζεται σαν «αυτά που γνωρίζουμε, αυτά που δεν γνωρίζουμε αλλά και αυτά που γνωρίζουμε και δεν γνωρίζουμε συγχρόνως».
Η βασική ποιότητα του όλου είναι άδηλη με το α, κατά περίπτωση, άλλοτε αρνητικό, δηλαδή το μη φανερό, άλλοτε αριθμητικό, δηλαδή όλα τα φανερά και άλλοτε υπερβατικό, δηλαδή πέραν του φανερού ή του μη φανερού. Η επιλογή της μίας ή της άλλης ερμηνείας ή όλων των ερμηνειών του άδηλου σαν όλον, εξαρτάται από την αντιληπτική οργάνωση και το γνωστικό πεδίο του παρατηρητή.
Τίποτα δε μπορεί να γίνει κατανοητό από μόνο του, αλλά είναι πάντα απαραίτητα δύο τουλάχιστον σημεία αναφοράς.
Έτσι το προϋπάρχον καθορίζει πάντα την κατανόηση του καινοφανούς. Όσες περισσότερες είναι οι σχετικές κατευθύνσεις οργάνωσης, τόσες (πλην 3=0) είναι οι οριακές δεσμεύσεις (αναλλοίωτες σταθερές) πέραν των οποίων η σκέψη γίνεται εύκαμπτη ως προς το αναφερόμενο.
Ο κυκλικός δεσμός της αντιφασικής συμπληρωματικότητας (αυτονομία – αλληλεξάρτηση) μέσα στον διαλεκτικό μετασχηματισμό αφορά και στο είναι (αυτονομία) και στο γίγνεσθαι (αλληλεξάρτηση) και αυτό εκφράζεται τόσο στο επίπεδο της ύλης και της ενέργειας όσο και της εντελέχειας ή της πληροφορίας. Δηλαδή στην ουσία δημιουργείται μια δυναμική ισορροπία που παράγει την πληροφοριακή κατάσταση.
Η υιοθέτηση ενός δυϊστικού τρόπου οργάνωσης και αντίληψης, δηλαδή όχι ένας διφασικός κυκλικός δεσμός του δίπολου αλλά μία μονοφασική (μονόδρομα ή στην καλή περίπτωση αμφίδρομα) σχέση των στοιχείων του δίπολου, στερεώνουν μια μηχανιστική, αριθμητική οργάνωση και έτσι ο κόσμος γίνεται συναθροιστικός ή σωρευτικός (μονόδρομα μονοφασική σύνδεση). Όλοι όσοι θεωρούν τον κόσμο ως συνάθροισμα πραγμάτων, πραγματώνουν την σύνδεση των στοιχείων του συστήματος μονοφασικά αλλά αμφίδρομα.
Η αδυναμία της οργανωμένης αντίληψης να δομήσει έναν κόσμο συγχρόνως, δηλαδή την ίδια στιγμή, συναθροιστικό και ταυτόχρονα συνολικό (αδυναμία συνειδητότητας του όλου) παράγει το α-δηλο του κόσμου ο οποίος ερμηνεύεται ξεχωριστά και αυθαιρέτως, πότε έτσι και πότε αλλιώς. Όλοι όσοι αντιλαμβάνονται δυϊστικά τον κόσμο, είτε συναθροιστικά είτε συνολικά, προσκολλώνται σε κάποιο –ισμο, γιατί έτσι μπορούν να μοιράζουν το όλον και να έχουν ένα βολικό περιορισμό του αντικειμένου της έρευνάς τους.
Επιθυμούν ή δημιουργούν έτσι περιορισμένα και περιχαρακωμένα όρια σκέψης, στην ουσία άζευκτα μικροσυστήματα, που άλλωστε είναι και το κυριότερο γνώρισμα κάθε –ισμού.
Οι Έλληνες έχοντας από αρχαιοτάτων χρόνων (λόγω της οργάνωσης της σκέψης τους μέσω της ελληνικής γλώσσας) «συνολική» ή σχεδόν, θεώρηση του κόσμου, είχαν και έχουν υπερτονισμένη αίσθηση και συνείδηση της αυτονομίας σε αντίθεση με άλλους λαούς (στην αρχαιότητα τους ανατολικούς, στην σύγχρονη εποχή τους δυτικούς κυρίως) που έχουν συναθροιστική αντίληψη με υπερτονισμένο το μέλος της αλληλεξάρτησης (γεωμετρική και αριθμητική αντίληψη του κόσμου). Οι μονοδιάστατες αυτές απόψεις είτε της αυτονομίας είτε της αλληλεξάρτησης εμφανίζονται ως ιδιονομία και αλληλεπίδραση με αποτέλεσμα η επικοινωνία (των Ελλήνων) να καθίσταται δύσκολη.
Μόνον η σκεπτική φιλοσοφία κατάφερε να υπερβεί αυτόν τον δυϊσμό και δίδει το κλειδί του κόσμου, όπως αυτός μπορεί να γίνει αντικείμενο έρευνας από έναν παρατηρητή που συμμετέχει σ’ αυτόν τον κόσμο. Έναν παρατηρητή ο οποίος βρίσκεται ταυτοχρόνως μέσα και έξω από το παρατηρούμενο πεδίο.
Αυτό σημαίνει ότι ενώ οι –ισμοι παρέχουν ορισμένα και απαραβίαστα πεδία, η σκεπτική αγωγή παρέχει στη σκέψη την ελευθερία της κατεύθυνσης, αναγνωρίζοντας κάθε φορά την φύση του πράγματος. Το αντικείμενο δηλαδή μπορεί να είναι συνάθροισμα ή σύνολο και αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει έλλειψη ή διαφορά στη φάση, μιας και θεωρεί ότι το άδηλο γεννά την ισοσθένεια (οι πιθανότητες είναι ίσες με τις δυνατότητες). Σε όποιον αναζητά την αιτία (μάταια) για να την θεραπεύσει, θα του ανοιχτούν δύο δρόμοι, είτε οι όροι και οι συνθήκες αποφυγής των μετασχηματισμών που παράγουν τα αίτια, είτε η εφαρμογή των αντίθετων ενεργειών έτσι που το αποτέλεσμα να μηδενιστεί.
Παρόλα αυτά, ούτε η αποφυγή, ούτε η εφαρμογή των αντιθέτων μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Αυτό συμβαίνει γιατί η αναζήτηση της μίας και μόνης αιτίας προκύπτει από την συναθροιστική (σωρευτική) αντίληψη των πραγμάτων, η αρχή της αλληλεξάρτησης αποκλείει την ύπαρξη μιας αιτίας ή ενός ορισμένου συστήματος παραγόντων. Οι παράγοντες του γίγνεσθαι είναι άπειροι.
Γι αυτό τον λόγο, το ζητούμενο δεν μπορεί να έχει αυτοματική απάντηση μέσα από ένα συντεταγμένο δόγμα, αλλά κάθε φορά πρέπει να εξετάζεται το πρόβλημα ως μοναδικό και καινοφανές ενώ η συσσωρευμένη εμπειρία μπορεί να είναι οδηγός αλλά και υποκείμενη σε ανατροπή. Η στατιστική επιλογή πηγάζει πάντα από την συναθροιστική αντίληψη και δεν μπορεί να αφορά σε ανθρώπους, είτε σαν άτομα είτε σαν κοινωνίες. 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: