Ο αντιδιαλεκτικός ευδαιμονισμός του «κλικ» (8/9/2014).


Ο καπιταλισμός άρχισε να αναπτύσσεται με γεωμετρικό τρόπο την εποχή που ονομάστηκε «της βιομηχανικής επανάστασης». Είναι έτσι στενά συνδεδεμένος με την μηχανή και τις εξελίξεις της.
Η μηχανή σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση αντικατέστησε τον δούλο και αυτός προβιβάστηκε στην τάξη του καταναλωτή. Η μεγάλη παραγωγική δυνατότητα που παρέχει η χρήση της μηχανής έκανε την κατανάλωση επιβεβλημένη και απαραίτητη γι αυτό το σύστημα (μηχανή – παραγωγή – κατανάλωση). Στην πραγματικότητα η κατανάλωση γίνεται αυτοσκοπός σε μια κοινωνία που χρησιμοποιεί μηχανές μεγάλης και κυρίως αυτοματικής παραγωγής.
Οι μηχανές με τη σειρά τους απαιτούν για τον σχεδιασμό, την εξέλιξη και την κατασκευή τους τεράστια κεφάλαια, γεγονός που εξαρτά την εκμετάλλευσή τους άμεσα με τον σωρευμένο πλούτο.
Η παραγωγή υπεραξίας με την πληθωρική και συνεχώς αυξανόμενη δυνατότητα των μηχανών εξασφαλίζει στον κάτοχο των μηχανών ολοένα και περισσότερα κέρδη και συνεπώς σώρευση νέων κεφαλαίων. Όσο η υπεραξία που προκύπτει από την εκμετάλλευση των μηχανών και τα κέρδη του καταναλωτισμού δεν αναδιανέμονται στο κοινωνικό σύνολο τόσο το ήδη υφιστάμενο κλειστό σύστημα σώρευσης πλούτου θα διογκώνεται και θα εκφράζει την ισχύ του κυριαρχικά. Το κλειστό αυτό σύστημα συμπληρώνεται με μηχανισμούς εκμετάλλευσης αυτού του πλούτου προς ίδιο όφελος. Το πανίσχυρο αυτό σύστημα που απλοϊκά και συνοπτικά ονομάζουμε κεφάλαιο (άτομα, οικογένειες, τάξεις, υποδομές, ιδιοκτησίες, τράπεζες κ.λ.π.), τροφοδοτείται και υπάρχει από την φύση των αδυναμιών και των παθών των ανθρώπων αφενός, και αφετέρου από έναν πολιτισμό που επιβάλλει το σύστημα αυτό, με συγκεκαλυμμένη ή φανερή βία στις ανθρώπινες κοινωνίες που χρησιμοποιούν μηχανές.
Πολλοί φίλοι, διανοούμενοι κυρίως, ενοχλούνται με την επιμονή μου ν’ ασχολούμαι με παρόμοια θέματα. Ομολογώ ότι έχουν δίκιο αφού άλλοι ικανότεροι και λογιότεροι έχουν γράψει απίστευτα φορτία κειμένων. Εξομολογούμαι την αδυναμία μου αυτή και συγχρόνως προτρέπω όποιον επιθυμεί να μάθει περισσότερα για τη δομή και την δράση τόσο του καπιταλισμού όσο και του «εγώ» να μελετήσει αξιότερα και ειδικότερα κείμενα. Θα αρκούμαι σε μικρά σημειώματα χωρίς προσδοκίες αριθμών ανταπόκρισης.
Η προκατάληψη και η στερεοτυπική αντίληψη αντιλαμβάνεται την έννοια της μηχανής και του μηχανισμού σαν μεταλλική κατασκευή, γεγονός που είναι μισή αλήθεια. Πράγματι, πρόκειται για κατασκευή αλλά όχι αναγκαστικά μεταλλική. Μηχανή, πράγματι, σημαίνει κάθε υλικό μέσο που χρησιμεύει στην μετατροπή ή την αύξηση της δύναμης προς την κατεύθυνση ορισμένου σκοπού. Στον άνθρωπο αφορά τόσο στην μυϊκή όσο και στην νοητική δυνατότητα κίνησης και δράσης.
Η μηχανιστική αντίληψη θεωρεί το «εγώ» σαν στέρεο και εξισορροπημένο, στην πράξη πρόκειται για ένα συνάθροισμα από αλληλοσυγκρουόμενες μνήμες, τάσεις, δεξιότητες και συναισθήματα. Μνήμες που στερεώνουν τη μάθηση, τάσεις που εκφράζουν την ιδιοσυγκρασία, τη μοναδικότητα δηλαδή του συναθροίσματος, δεξιότητες που αφορούν στην αρχέγονη ευφυΐα και δράση που γίνεται αντιληπτή σαν σκέψη και ριζώνει την πεποίθηση ενός ξεχωριστού και αδιαίρετου «εγώ» και τον δυϊσμό τύπου: «εγώ» και οι άλλοι, «εγώ» και ο απέραντος κόσμος. Αυτή η πλάνη θεμελιώνει την ανάγκη ασφάλειας. Από αυτό το σημείο όλες οι προσπάθειες αφορούν στην κατασκευή ενός ασφαλούς περιβάλλοντος.
Η ευστροφία, φυσική ικανότητα της ανθρώπινης σκέψης, υποτάσσεται στην ανάγκη αναζήτησης ασφάλειας και επιβεβαίωσης της πλανεμένης ύπαρξης ενός στέρεου «εγώ». Η επιδίωξη αυτή αμφισβητείται από τα γεγονότα αφού το «εγώ» σαν συνάθροισμα περιλαμβάνει άπειρες αντιθέσεις και εσωτερικές αντιφάσεις. Μοιάζει πάρα πολύ με τον καπιταλισμό, αφού διακατέχεται, όπως αυτός, από ανασφάλεια και αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις και άσβεστη δίψα για υλικά και πνευματικά ωφελήματα και κέρδη.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά μιας μηχανής ή ενός μηχανισμού είναι το ότι τα μέρη του πρέπει να είναι ανθεκτικά και ικανά να δέχονται τα επιβαλλόμενα φορτία χωρίς αστοχία ή απώλεια λειτουργικότητας. Ένα άλλο κύριο χαρακτηριστικό τους αποτελεί η διασύνδεση και η οδήγηση ή κυβέρνηση των μερών τους κατά τρόπο που περιορίζει αμοιβαία τις σχετικές τους κινήσεις. Αυτό σημαίνει ότι κύριο χαρακτηριστικό του μηχανισμού είναι ότι όλα τα μέρη του εκτελούν εξαναγκασμένη κίνηση. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον μηχανισμό του μηχανοποιημένου «εγώ» όταν πλαστά θεωρείται ως ακέραιο σύνολο.
Τι συμβαίνει όμως με τους μηχανισμούς της σκέψης που υπάρχουν και κινούνται είτε το υποκείμενο το επιθυμεί είτε όχι; Ο νόμος της αιτίας και του αποτελέσματος και η συστηματοποίηση της λογικής παρέχουν τα όρια του μηχανισμού των σκέψεων. Η ανεξέλεγκτη εμφάνιση των σκέψεων και η ιδιότητα του σκέπτεσθαι μία σκέψη τη φορά, δημιουργεί προβλήματα κυβέρνησης και ελέγχου που καταλήγουν αναπόφευκτα στη σύγχυση των σκέψεων και των συναισθημάτων.
Αυτό είναι το σημείο που η ανάγκη ενός ενιαίου υποκειμένου το οποίο μπορεί να ελέγξει τις εσωτερικές συγκρούσεις καθίσταται απαραίτητη και έτσι στήνεται ο μηχανισμός ενός ξεχωριστού «εγώ», μιας αναγνωρίσιμης «εαυτότητας».
Σαν βάση υπάρχει η με άγος νόηση και η σύγχυση που αυτή προκαλεί. Η συναθροιστική αντίληψη που προκύπτει από τις ασύνδετες μεταξύ τους αισθήσεις δε μπορεί από μόνη της να συνθέσει έναν κατανοητό κόσμο. Συγχρόνως η μάθηση που μέσα από την επανάληψη συντελείται δεν έχει τη δυνατότητα να συνθέσει τα μεριστά αντικείμενα και γεγονότα και τις αλλαγές της μορφής που συντελούν οι μετασχηματισμοί. Ένα μεγάλο μέρος των όσων διαδραματίζονται τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό περιβάλλον παραμένει άγνωστο και ξένο, ακατανόητο, άσχετο και μετέωρο, ασύνδετο και ασύνθετο, αίολο.
Η αδυναμία της συναθροιστικής αντίληψης και της προκύπτουσας από αυτή έλλειψης σύνθεσης, στερεώνει μια αίσθηση αβεβαιότητας κι αμφιβολίας, η έλλειψη αυτή και η δυσάρεστη αίσθηση αναγνωρίζεται από το σκεπτόμενο υποκείμενο σαν φόβος, ο οποίος με τη σειρά του στοχεύει στην αντίθετη κατάσταση. Η φυσική τάση που δημιουργεί το δυσάρεστο, αν οδηγηθεί από μηχανιστική αντίληψη, οδηγεί στο αντίθετο. Η ενστικτώδης αυτή αντίδραση να αντιμετωπιστεί το δυσάρεστο αίσθημα του φόβου σε όλες του τις μορφές (δυσαρέσκεια, τρόμος, πανικός κ.λ.π.) θεωρεί το αντίθετο, και φανταστικό σαν κατανοητό, επιβεβαιωτικό, ευχάριστο, οικείο κι επιδιωκόμενο. Παράγεται έτσι η έννοια της επιθυμίας, η οποία με τη σειρά της παράγει το αίσθημα της αναζήτησης μιας κατάστασης ή ενός προτύπου με το οποίο η συναθροιστική αντίληψη υποθέτει ότι μπορεί να θεραπεύσει το έλλειμμα της βεβαιότητας. Ο άνθρωπος είναι μιμητικό ζώο και η μάθηση βασίζεται και αυτή στη μίμηση και στερεώνεται με την επανάληψη. Η αδυναμία της σύνθεσης αγνοεί όλους τους παράγοντες που αποτελούν ένα γεγονός και επικεντρώνεται στο επιθυμητό.
Αργά ή γρήγορα η αναποτελεσματικότητα της μίμησης θα μετατρέψει τη επιθυμητή κατάσταση σε εχθρική και απειλητική για το υποκείμενο παράγοντας την επιθετικότητα.
Οι συνεχείς αποτυχίες μέσω του θυμικού ή υπολογιστικού τρόπου να συμπληρωθεί η έλλειψη μέσω μίμησης, δομούν διαδοχικά στερεότυπα συμπεριφοράς τύπου δράση- επιβεβαίωση – ηρεμία ή δράση – αντίδραση – βία, η οποία γίνεται αντιληπτή σαν επιθετική ή αμυντική στάση. Φτάνοντας μέχρι στην ακινησία και την σιωπή, η οποία είναι ακραία μορφή, όσο και η βία, της επιθετικότητας. Η σταθερή στάση αυτής της συμπεριφοράς παράγει την στερέωση της ατομικής ξεχωριστότητας. Όλα τα προηγούμενα στάδια και η διαδοχή τους εν σειρά, πείθουν ότι υπάρχει πράγματι κάτι ξεχωριστό από το περιβάλλον και το οποίο είναι το συνάθροισμα των διαδοχικών συνειδητοτήτων (φόβου, επιθυμίας για το αντίθετο, ζηλοτυπίας, επιθετικότητας ξεχωριστότητας). Η στερέωση αυτού του ξεχωριστού υποκειμένου δημιουργείται με την κατηγοριοποίησή του ως «εγώ». Η σταθερά αυτή πεποίθηση παράγει μια  πλαστή «βεβαιότητα» η οποία με τη σειρά της ενισχύει την τάση της μετά άγους διανοητικής διαδικασίας, την άγνοια δηλαδή, και κατ΄ αυτόν τον τρόπο η μηχανιστική αντίληψη επιβεβαιώνεται και ανακυκλώνεται συνεχώς, παράγοντας την φαύλη κίνηση της βεβαιότητας της ύπαρξης ενός «εγωσυνόλου» ενώ πρόκειται περί «εγωσυναθροίσματος».
Αυτός είναι ο μηχανισμός δόμησης και στερέωσης της πεποίθησης για την ύπαρξη ενός ενιαίου, σταθερού κι υπό έλεγχο υποκειμένου που ονοματίζουμε «εγώ» και το οποίο απαντά μόνιμα σε κάθε ερώτηση που αναζητά την ξεχωριστή συνείδηση μιας «εαυτότητας».
Αν όλα τα παραπάνω είναι αληθή και ισχύοντα, είναι εύκολο να εξηγηθεί η παγκόσμια επιτυχία του ηλεκτρονικού δικτύου στις χρήσεις που επιβεβαιώνουν την πλαστή «εαυτότητα», πολλές φορές πλαστή δύο φορές, και η τελεστικού τύπου επικοινωνία μεταξύ αποδεκτών της πλάνης αυτής και πλήθος «φίλων» που όλοι μαζί παίζουν το παιχνίδι αυτό. Κανένα πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί και η ροή των σκέψεων θα συνεχίζεται ανεξέλεγκτη όταν ο χρήστης αποδεσμεύεται από τον μηχανισμό της πλάνης.  Η πραγματική ζωή είναι πάντα πιο δυνατή από τη σκηνοθετημένη.
Αυτά συμβαίνουν παρόλον ότι είναι ολοφάνερο πως η «κοινωνία της πληροφόρησης» και της κατανάλωσης σωρεύει συνεχώς κρίσεις και αδιέξοδα.
Ο μισός κόσμος πεινάει και ο άλλος μισός κάνει δίαιτα για να αδυνατίσει, εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν, η αστική δημοκρατία είναι εκεί που ήταν πριν εκατό χρόνια, ενώ η τεχνολογία του δυτικού «πολιτισμού», φανερά πια, πλουτίζει από την αντιμετώπιση των παρενεργειών που η ίδια προκάλεσε.
Η νέα «θρησκεία» του κυβερνοχώρου υπόσχεται ότι οι αντιθέσεις θα αρθούν. Οι αφελείς πιστοί πανηγυρίζουν γιατί θεωρούν ότι η ηλεκτρονική τεχνολογία κατέλαβε με τα μέσα της το πολιτικό και κοινωνικό πεδίο που εγκατέλειψαν οι «ιδεολογίες» και ότι αυτά τα μέσα επιτελούν άμεσα τις λειτουργίες της πληροφόρησης, της πολιτικής κοινωνικοποίησης και της κυκλοφορίας των ιδεών.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: