Οι Κουτόφραγκοι (1/11/2014)


Αφορμή για το σημείωμα αυτό ο σάλος που ξεσήκωσε η συνέντευξη Ράιχενμπαχ.

Κουτόφραγκοι χαρακτηρίζονται, γενικά, από τους Νεοέλληνες,  οι Δυτικοί, κυρίως όμως οι Ευρωπαίοι. Ο χαρακτηρισμός αυτός, όσο και γελοίος κι αν είναι, βγάζει στην επιφάνεια ένα από τα πολλά συμπλέγματα που καθηλώνουν τους Νεοέλληνες. Είναι προφανές ότι ο «κουτόφραγκος» συγκρίνεται και κρίνεται σαν τέτοιος απέναντι στον πανέξυπνο «ρωμιό». Ο χαρακτηρισμός μου μοιάζει, χωρίς να το γνωρίζω, σαν να προέρχεται από την βυζαντινή εποχή. Η εποχή αυτή είχε όλα τα στοιχεία, θρησκευτικά, πολιτικά, κοινωνικά κ.λ.π., που θα μπορούσαν να γεννήσουν, να γενικεύσουν και να τον καθιερώσουν. Ο Ράιχενμπαχ χρειάστηκε τρεις μήνες για να καταλάβει, κατά την άποψή του, την ελληνική πραγματικότητα. Υπάρχει όμως ένα προηγούμενο, αυτό του Αμερικάνου Πολ Πόρτερ στα 1947, συντάκτη μιας έκθεσης προς τον αμερικάνο πρόεδρο Χ. Τρούμαν, από την αμερικάνικη οικονομική αποστολή στην Ελλάδα. Αυτή η αποστολή σκοπό είχε, ενόψει της εξαγγελίας του δόγματος Τρούμαν, να μελετήσει τις οικονομικές συνθήκες της Ελλάδας και να προσδιορίσει το ύψος της εξωτερικής βοήθειας την οποία θα είχε ανάγκη η χώρα για την οικονομική ανάκαμψη και ανοικοδόμηση. Η έκθεση αυτή καθώς και το ημερολόγιο του Πολ Πόρτερ δεν δημοσιεύτηκε ποτέ, ούτε στις ΗΠΑ ούτε στην Ελλάδα. Μέχρι το 2010, όπου με την επιμέλεια του Μιχ. Ψαλιδόπουλου εκδόθηκε από τον δημοσιογραφικό οργανισμό Λαμπράκη για τη σειρά του «Βήματος» με γενικό τίτλο «ο εμφύλιος σε Α’ ενικό», με την επιμέλεια της σειράς από τον Παντελή Βούλγαρη. Στο βιβλίο αυτό, πολύτιμο απόκτημα για όποιον μελετά την σύγχρονη ιστορία μας, ο Πολ Πόρτερ μέσα στις 38 μέρες της παραμονής του στην Ελλάδα, που περιλαμβάνει το ημερολόγιό του, καταφέρνει να δώσει μια ζωντανή εικόνα της πραγματικότητας της εποχής. Εκείνο που εντυπωσιάζει περισσότερο όμως είναι το ότι τα όσα μεν αναφέρει για τους απλούς Έλληνες γενικά δεν ισχύουν στο σύνολο, αλλά μόνο μερικά, αφού εκείνος γνώρισε τους Έλληνες αμέσως μετά την κατοχή και τους ηρωικούς αγώνες του λαού, τις στερήσεις και τις απώλειες. Όσον όμως αφορά στους πολιτικούς και γενικότερα στις «ελίτ» της ελληνικής κοινωνίας, ο αναγνώστης της έκθεσης Πόρτερ θα διαπιστώσει ότι μετά σχεδόν 70 χρόνια δεν έχει αλλάξει τίποτα.
Βέβαια ο Πόρτερ για τους «Ελληνάρες» ανήκει κι αυτός στην κατηγορία των Κουτόφραγκων και μάλιστα στην τελευταία βαθμίδα τους, τα «αμερικανάκια». Είναι απορίας άξιο πώς ο Πόρτερ σε 37 ημέρες πήρε «χαμπάρι» το τι συμβαίνει ενώ ο Έλληνας ψηφοφόρος εξακολουθεί να το αγνοεί. Παρόλον ότι ο Πόρτερ κερδίζει στα σημεία τον Ράιχενμπαχ, για το αντικειμενικό του πράγματος θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Πόρτερ προερχόταν και ήταν παιδί του new deal ενώ ο Ράιχενμπαχ παιδί του πιο μπασταρδεμένου νεοφιλελευθερισμού.
Για κανένα λόγο το σημείωμα αυτό δε θα ήθελα να θεωρηθεί απολογητικό για τους «κουτόφραγκους». Η απορία μου είναι πώς οι πανέξυπνοι ρωμιοί δεν έχουν καταφέρει ακόμα, 70 χρόνια από το τέλος του πολέμου να στεριώσουν μια υποφερτή καθημερινότητα. Βέβαια θεωρώ ανάξια λόγου τα συνηθισμένα επιχειρήματα ότι αυτή η κοινωνική καθυστέρηση είναι αποτέλεσμα των 400 χρόνων δουλείας ή του εμφυλίου κ.λ.π., επιχειρήματα που επικαλούνται χρόνια τώρα οι κλίκες που κερδίζουν μόνιμα, οι λεγόμενοι φτασμένοι και καταξιωμένοι εξαιτίας της καθυστέρησης του λαού. Οι «Κουτόφραγκοι» μέσα στην κουταμάρα τους και την ομίχλη ή το κρύο των τόπων τους περνούν καλά, κι εμείς στον παράδεισο της χώρας μας καταντήσαμε ζήτουλες και επιτηρούμενοι.
Διαφθορά, σκάνδαλα, αδικίες κ.λ.π. υπάρχουν παντού, ακόμη και στην Εσπερία των Κουτόφραγκων, αυτά όμως δεν τους εμπόδισαν να προοδεύσουν.
Τα ερωτήματα είναι πολλά και πιεστικά για όποιον ασχολείται με το τι εμποδίζει τους νεοέλληνες να προοδεύσουν, σίγουρα όχι οι «Κουτόφραγκοι».
Είναι άραγε η μοίρα μας ή μήπως είναι κάτι γενετικό, κάτι δηλαδή στο D.N.A.; Αυτό το τελευταίο θα μπορούσα να το πιστέψω αν δεν ήταν τόσο φανερό ότι οι σημερινοί, νεοέλληνες το γένος, είναι ένα απίστευτο συνονθύλευμα ατόμων διαφορετικής καταγωγής. Ούτε καν τον ίδιο πολιτισμό, την κληρονομιά των αρχαίων Ελλήνων δεν κατάφεραν να αφομοιώσουν. Αυτό, είναι φανερό, βέβαια, για όποιον δεν επικαλείται την ελληνική καταγωγή του προς όφελός του ή για να θεραπεύσει την έλλειψη ταυτότητας που χαρακτηρίζει τους δυστυχείς, τους μισαλλόδοξους, τους αποτυχημένους εγωιστές. Στην πραγματικότητα τους ενώνει οτιδήποτε δεν είναι ελληνικό. Για παράδειγμα η μισαλλοδοξία, η αφιλοξενία, η ευστροφία μαζί με την κακοπιστία, η αντίληψη του μεταπράτη, του μεταπωλητή σε μόνιμη αναζήτηση του κέρδους, να βγάλουμε το διάφορο, το κατιτί. Κύρια όμως τους χαρακτηρίζει η απουσία μιας μεγάλης ικανότητας των Ελλήνων, της πολιτιστικής και γνωστικής αφομοίωσης. Ο σημερινός Νεοέλληνας μαϊμουδίζει συνεχώς  και με φανατισμό, αντιγράφοντας ό,τι παράγουν ή όπως φέρονται οι «κουτόφραγκοι», άκριτα και αδιάκριτα. Έχει γίνει άσσος στην εξομοίωση.

Ο Μιχ. Ψαλιδόπουλος στην εξαιρετική εισαγωγή του βιβλίου που προαναφέρθηκε σημειώνει:
«Μεταξύ Οκτωβρίου 1944 και Ιανουαρίου 1947 σχηματίστηκαν δέκα κυβερνήσεις που αποδείχθηκαν αδύναμες να αποκαταστήσουν τις βασικές λειτουργίες της οικονομίας. Το φορολογικό σύστημα παρέμεινε χαοτικό και άνισο, καθώς επιβάρυνε γεωργούς και μισθωτούς, χωρίς να αποδίδει αρκετούς πόρους. Η διογκωθείσα επί Κατοχής δημοσιοϋπαλληλία δεν είχε αναμορφωθεί –δυσκίνητη και κακοπληρωμένη, συνιστούσε εμπόδιο στην αποκατάσταση της οικονομικής ευρυθμίας.»……
«Η συνολική ξένη βοήθεια που δόθηκε από τον Οκτώβριο του 1944 μέχρι τον Ιανουάριο του 1947, άγγιξε τα 700 εκατομμύρια δολάρια… ….  Η αδυναμία αξιοποίησής της για καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα χρεώνεται στον ελληνικό πολιτικό κόσμο. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι η πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς βάρυνε το σκηνικό της ανοικοδόμησης, αλλά αυτό δεν αποτελεί λόγο μη απόδοσης ευθυνών προς πολιτικές δυνάμεις στενά προσηλωμένες σε μια μικρόπνοη στρατηγική , ανήμπορες να εκτιμήσουν το μεταβαλλόμενο διεθνές πλαίσιο με μια επιχειρηματική τάξη άκρατου εγωισμού και περιορισμένων στόχων»……
«Ο Porter έφτασε στην Ελλάδα και βρέθηκε αντιμέτωπος σε μια κατάσταση πρωτόγνωρη γι αυτόν. Στις 14 Φεβρουαρίου του 1947 έγραφε προς τον υφυπουργό των εξωτερικών W.L. Clayton: ‘Εδώ δεν υφίσταται κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντ’ αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών μερικοί από τους οποίους είναι χειρότεροι από άλλους που είναι τόσο απασχολημένοι με τον προσωπικό τους αγώνα γιa εξουσία ώστε δεν έχουν τον χρόνο να αναπτύξουν οικονομική πολιτική, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι είχαν την ικανότητα.’»
Η έκθεση του Πολ Πόρτερ περιλαμβάνει ένα «Εγχειρίδιο περί Ελλάδας» προς χρήση της αποστολής Αμερικανών παρατηρητών των ελληνικών εκλογών (Φεβρουάριος 1946, τυπογραφείο κυβέρνησης ΗΠΑ 679444-46-1). Είναι αξιοθαύμαστο πώς σε λίγες σελίδες απεικονίζεται η ελληνική πραγματικότητα της εποχής. Είναι επίσης αξιοθαύμαστη η ικανότητα ενός δημοσίου υπαλλήλου να συντάσσει ένα πλήρες ενημερωτικό σημείωμα, σε σχέση με την αποστολή του σε μια χώρα άγνωστη γι αυτόν, που την επισκέπτεται για πρώτη φορά, για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Στο σημείωμα αυτό αποσπασματικά αναφέρεται σε σχέση με τον ελληνικό λαό:
 «Οι Έλληνες είχαν στη διάθεσή τους ελάχιστες ειρηνικές περιόδους προκειμένου να οργανώσουν τη χώρα τους και τον τρόπο ζωής τους. Έχουν όμως διατηρήσει μια βαθιά ριζωμένη αίσθηση της αξίας της ελευθερίας και μια έντονη επιθυμία να καταστήσουν τη χώρα τους ασφαλή, ευημερούσα και αξιοσέβαστη στα μάτια του κόσμου»… και … «Οι Έλληνες αποτελούν μια πραγματικά δημοκρατική φυλή και είναι ιδιαίτερα ατομιστές. Αντιστάθηκαν ανέκαθεν στην καταπίεση και στην επιβολή οποιουδήποτε τύπου. Οι πολιτικές συζητήσεις είναι μέρος της ζωής του καθενός. Θα ανακαλύψετε ότι αυτή η ανταλλαγή πολιτικών επιχειρημάτων είναι συχνά φορτισμένη. Πρέπει να είστε προετοιμασμένοι για την πιθανότητα να υπάρξει βίαιη εξέλιξη, δεδομένου ότι οι Έλληνες είναι τόσο ένθερμοι στις απόψεις τους για τα πολιτικά ζητήματα που δεν είναι διατεθειμένοι να συμβιβαστούν». Στη συνέχεια σημειώνει: «Οι Έλληνες διαθέτουν ιδιαίτερα έντονη αίσθηση της αξιοπρέπειας κάθε ανθρώπινου πλάσματος. (Ο Πόρτερ έκανε πολλές εξορμήσεις στο ύπαιθρο και την επαρχία ενώ οι περισσότερες επαφές του πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα). Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η ελευθερία τούς είναι τόσο πολύτιμη. Τρέφουν, επίσης, βαθύτατο σεβασμό για τις θεμελιώδεις παραδόσεις της ζωής τους.» Δίνει πολύ εύστοχες παρατηρήσεις και πληροφορίες για την καθημερινή ζωή και οδηγίες συμπεριφοράς προς το αμερικάνικο προσωπικό των αποστολών.
Αναφέρεται στο φαγητό, στο ποτό, στις σχέσεις με το άλλο φύλλο: « Οι Έλληνες θα έχουν από εσάς την απαίτηση να τηρήσετε τη δική τους, αυστηρή στάση απέναντι στις γυναίκες. Στην ύπαιθρο χώρα, παρότι οι γυναίκες και οι κοπέλες θα σας φερθούν πολύ φιλικά, τόσο οι ίδιες όσο και οι άντρες τους, θα πληγωθούν βαθιά και θα προσβληθούν αν επιχειρήσετε να εκμεταλλευτείτε τη φιλικότητά τους.»
Αναφέρεται επίσης και στην υγεία, στη ψυχαγωγία, τον αθλητισμό, τις κυκλοφοριακές συνθήκες, την φιλοξενία: «Οι Έλληνες είναι εξαιρετικά φιλόξενος λαός και, ακόμη κι οι φτωχότεροι, είναι πάντοτε έτοιμοι να καλωσορίσουν τον ξένο και να τον φιλέψουν να φάει και να πιει.»
Καθώς και για το τι πρέπει να αποφεύγεται: «Αν νομίζετε ότι κάποιος Έλληνας έχει άδικο, μην επιμείνετε. Έχει αυξημένη την αίσθηση της αξιοπρέπειας κι αυτό θα προσβάλλει την τιμή του. Μην ενοχλείστε αν σαν ρωτούν αδιάκριτες ερωτήσεις. Είναι παλιό ελληνικό έθιμο. Μη μιλάτε για πολιτική. Ποτέ μην πείτε ότι εσείς κερδίσατε τον πόλεμο. Και μια τελευταία συμβουλή: η Ελλάδα είναι μια απλή χώρα και δε θα βρείτε εκεί όλες τις υλικές ανέσεις που έχετε συνηθίσει. Όμως οι κάτοικοί της θα αναπληρώσουν με τη φιλοξενία τους και την καλή τους καρδιά. Να θυμάστε πάντοτε ότι όσο λιγοστά κι αν είναι αυτά που μπορούν να σας προσφέρουν, γι αυτούς είναι πολλά, κι έτσι φροντίστε να δείξετε την ευγνωμοσύνη σας. Σύντομα θα ανακαλύψετε ότι τα παράξενα ήθη της Ελλάδας θα σας γίνουν οικεία.»
Βλέπουμε έτσι ότι ο Πόρτερ κρατά μια αντικειμενική στάση, χωρίς προκαταλήψεις και χωρίς εμπάθεια. Όταν όμως περιγράφει και κρίνει τη στάση των πολιτικών και των ελίτ της ελληνικής κοινωνίας της εποχής, το ύφος της έκθεσής του αλλάζει.
Σημειώνει ότι: «Θα ήταν ιδεώδες αν βρισκόταν κάποιος πατριώτης να σχηματίσει κυβέρνηση και να επιβάλλει μια λύση, αλλά προφανώς οι πολιτικές σκοπιμότητες είναι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης και γίνεται γενικώς αποδεκτή η άποψη πως καμιά κυβέρνηση δεν θα επιζούσε, αν εφάρμοζε πολιτική σθεναρής αντιμετώπισης του προβλήματος. Φαίνεται ότι κανένας Έλληνας πολιτικός δεν έχει το θάρρος ή το κύρος να διατυπώσει ένα πρόγραμμα που να περιλαμβάνει τις βάσεις μιας στοιχειώδους οικονομικής πολιτικής.»
Στη συνέχεια… «Ένας Έλληνας βιομήχανος, ιδιοκτήτης υφαντουργίας, του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι, έδωσε την πρώτη απόδειξη που είχα από πρώτο χέρι ότι υπάρχει τυφλή εξάρτηση από την αμερικανική και τη βρετανική βοήθεια και ότι οι κυρίαρχοι εμπορικοί όμιλοι μπορούν να αντισταθούν σθεναρά στα αυστηρά οικονομικά  μέτρα, με τη σιγουριά πως, αν οι συνθήκες χειροτερεύσουν, οι Σύμμαχοι κάπως θα ξελασπώσουν τη χώρα. Φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να ξεπεραστεί αυτή η νοοτροπία και αναρωτιέμαι πόσο διάχυτη είναι.» (…)
Στη συνέχεια παραθέτω, αποσπασματικά, γεγονότα και κρίσεις που ο Πόρτερ κατέγραψε στη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα:
«… ήμουν προσκαλεσμένος σε ένα εκπληκτικό γεύμα προς τιμή μου, στο σπίτι του Τσαλδάρη. Ο πρωθυπουργός ήρθε αργά, αφού ήταν απασχολημένος στο σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Είχα την ευκαιρία να διαβάσω το λόγο που είχε βγάλει το προηγούμενο βράδυ και του έδωσα τα συγχαρητήριά μου για το εύρος των θεμάτων τα οποία κάλυψε. Η κυρία Τσαλδάρη είχε εντυπωσιαστεί από την «θυσία» του συζύγου της. Ο πρωθυπουργός φαινόταν κουρασμένος και ταλαιπωρημένος, αφού η συνεδρίαση της προηγουμένης είχε ολοκληρωθεί τις πρώτες πρωινές ώρες. Στο γεύμα παρίστατο και ο Ηλιάσκος, ο πρόεδρος της Τραπέζης Αθηνών, στο σπίτι του οποίου θα πάω το βράδυ του Σαββάτου. Από την πρεσβεία με ενημέρωσαν ότι ο Ηλιάσκος δικάστηκε ως συνεργάτης των Γερμανών, αλλά αθωώθηκε.»  (…)   «… στο διαμέρισμα του προέδρου της Τραπέζης Αθηνών, του Ηλιάσκου, σε απόσταση περίπου πέντε λεπτών από τη «Μεγάλη Βρετανία». Ήταν ένα εξαιρετικά περίτεχνο διαμέρισμα με βυζαντινά έργα τέχνης αφειδώς διασκορπισμένα σε κάθε γωνία. Παρόντες ήταν επίσης το ζεύγος Τσαλδάρη, το ζεύγος Βλάγκαλη, μια διαζευγμένη Ελληνίδα που παντρεύεται τον αδερφό του Ηλιάσκου (τον πρόεδρο της Ελληνικής Τράπεζας στη Νέα Υόρκη), καθώς και η πριγκίπισσα Ελένη. Πρέπει να ομολογήσω ότι έφυγα από το δείπνο περί τη 1 το πρωί, με κάποια αποστροφή για τους τρεις οικονόμους με τις λιβρέες τους, το λουκούλλειο γεύμα και τα εκπληκτικά κρασιά.» (…)  «Πάντως, προσπαθούν να αποτελούν μέλη της κομψής διεθνούς κλίκας και συνιστούν την άκρα Δεξιά των «βασιλικών» στην πολιτική και στην εμπορική σφαίρα. Ο Τσαλδάρης είναι προφανώς της παρέας. Η συζήτηση ήταν περί ανέμων και υδάτων (…)   Τίποτα σημαντικότερο δεν αναφέρθηκε, έως ότου, μετά το τραπέζι, η οικοδέσποινα με οδήγησε με ιδιαίτερη επισημότητα στο σαλόνι για να κουβεντιάσω με την πριγκίπισσα Ελένη, μητέρα της δούκισσας του Κεντ. Είναι μια Ρωμανόφ, αλλά δεν θα επιχειρήσω τώρα να ξεδιαλύνω τις διάφορες διακλαδώσεις των βασιλικών οίκων –είναι μάλλον άσχετο με τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας. Πάντως, γνωρίζει εξαιρετικά καλά τα αγγλικά και τα μιλά με ήπια και εκλεπτυσμένη βρετανική προφορά, έχει εκφραστικότατο βλέμμα και μάλλον είχε αρκετό κουράγιο που έμεινε στην Αθήνα στη διάρκεια της Κατοχής. Ήταν κατάφορτη με ρουμπίνια και διαμάντια»  (…)  «… ήταν αγανακτισμένος (εννοεί τον στρατηγό Κλάρκ επικεφαλή της βρετανικής οικονομικής αποστολής) με την απόφαση του Μάξιμου να αυξήσει το μισθό των δημοσίων υπαλλήλων και μου τόνισε ότι υπήρχαν 8.000 τόνοι ρουχισμού, που εκείνος και η Νομισματική Επιτροπή είχαν προτρέψει να διαμοιραστούν στους δημόσιους υπαλλήλους στο 1/3 των τιμών της αγοράς αντί μισθολογικών αυξήσεων. (…) Αναβολή στην αναβολή, τελικά, όπως λέει ο Clark, η αντίδραση των εμπόρων ματαίωσε το σχέδιο. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα ρούχα βρίσκονται ακόμα σε αποθήκες, οι Έλληνες απειλούνται από άλλο ένα κύμα πληθωρισμού και δεν υπάρχει καμία προοπτική να διανεμηθούν αυτά τα αγαθά στο άμεσο μέλλον.» (…) « Μακράν μία από τις πιο ενδιαφέρουσες εμπειρίες μου στη χώρα αυτή ήταν η ωριαία συνάντηση που είχα με τον Αρχιεπίσκοπο της Ελλάδας, τον Δαμασκηνό. (…) Εξέφρασε και αυτός τις αμφιβολίες του όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της αποστολής του ΟΗΕ. Πιστεύει ότι η νέα κυβέρνηση οφείλει να θεσπίσει φιλελεύθερους νόμους περί αμνηστίας, αλλά αν δε δοθούν πραγματικές εγγυήσεις, οι λεγόμενοι ‘συμμορίτες’ δεν θα επιστρέψουν στα χωριά τους απαλλαγμένοι από το φόβο της καταστολής ή της καταπίεσης.» (…) «Ο διερμηνέας μετέφρασε επί λέξη πως ο Αρχιεπίσκοπος εξέφρασε πικρία και ντροπή για το γεγονός ότι οι πολίτες της χώρας και η πολιτική ηγεσία δεν είχαν την ικανότητα να λάβουν τα οικονομικά και κοινωνικά μέτρα που κρίνονταν απαραίτητα για την ευημερία του συνόλου, καθώς και για το ότι οποιαδήποτε συνδρομή από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών έπρεπε να συνοδεύεται από επιτήρηση της εφαρμογής της. Ο Αρχιεπίσκοπος πρόβλεψε ότι η αποστολή του ΟΗΕ θα έβρισκε ελάχιστα στοιχεία για άμεση παρέμβαση των Σοβιετικών στην παραμεθόριο και ότι αναμενόταν απόπειρες αποπροσανατολισμού, με επιχείρημα τον αριθμό των πολιτικών κρατούμενων στα νησιά. Επίσης, θα διατυπωνόταν η άποψη πως πολλοί από τους αντάρτες έφυγαν από τα χωριά τους και ανέβηκαν στα βουνά φοβούμενοι την πολιτική καταστολή.» (…)  «Είχα εκτενή συζήτηση με τον Αγγελόπουλο,( ο Αγγελόπουλος ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά είχε εκδιωχθεί, προφανώς λόγω των πολιτικών του φρονημάτων. Είναι δεδηλωμένος σοσιαλιστής. Αυτό το ζήτημα της ακαδημαϊκής ελευθερίας θέλει έρευνα) ο οποίος ήρθε να υποβάλλει τις απαντήσεις του στο ερωτηματολόγιό μας. Διατύπωσε τις απόψεις του για το ναυλοσύμφωνο που εκκρεμούσε. Επανέλαβε τη γνώμη του ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν ήταν ικανή ούτε να θεσπίσει ούτε να εφαρμόσει οικονομική πολιτική και είπε πως οποιαδήποτε βοήθεια από έξω θα χαραμιζόταν, αν δεν υπήρχε πλήρης αλλαγή πολιτικού κλίματος. Επειδή αυτή την ιστορία την άκουγα πολύ συχνά, τον ρώτησα για το προτεινόμενο ναυλοσύμφωνο καλώντας και τον Rood. Ο Αγγελόπουλος το κατήγγειλε ως σκανδαλώδες και είπε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα είχε κανένα όφελος. Το κείμενο αποκαλύπτει ότι πρόκειται για σκέτη κλοπή. Θα το εξετάσουμε λεπτομερώς αργότερα.» (…) «…πήγα στο σπίτι του Μάξιμου, του νέου πρωθυπουργού, μαζί με τον Φίλωνα. Το σπίτι ήταν περικυκλωμένο από μια ομάδα κομματόσκυλων, κατά τα φαινόμενα, με τη συνηθισμένη κουστωδία χωροφυλάκων. … Ο Μάξιμος είναι καλλιεργημένος, ξέρει πολύ καλά αγγλικά και τα βιογραφικά στοιχεία μας γι αυτόν αναφέρουν πως έχει και πείρα στα διεθνή δημόσια οικονομικά. Πάντως από τη συζήτησή μας είχα την εντύπωση ότι και αυτός είναι δέσμιος της πολιτικής κλίκας και, παρά τις καλές προθέσεις του, έχω ιδιαίτερες επιφυλάξεις για τη συμβολή την οποία θα καταφέρει τελικώς να έχει στην ανοικοδόμηση της Ελλάδας.» (…)  «Είναι προφανές ότι οι περισσότεροι από τους Ελληνοαμερικάνους που έχουν καταφέρει να πλουτίσουν στην Αμερική γυρίζουν εδώ και κολακεύονται από τις συναναστροφές τους με την αθηναϊκή ελίτ και τους φιλοβασιλικούς.» (…)  «Ο υπουργός Οικονομικών Χέλμης δεν φαίνεται να έχει πρόγραμμα. Προφανώς έχει πάρει τις εκτιμήσεις που του υπέβαλλαν τα διάφορα υπουργεία και τις έχει συγχωνεύσει σε ένα πρόγραμμα δαπανών. Η συνάντηση ήταν χρήσιμη γιατί αποκάλυψε ότι ο Χέλμης πιστεύει πως δε μπορεί να μειώσει τις δαπάνες ή να αυξήσει τους φόρους και περιμένει από τις ΗΠΑ ή τη Βρετανία να καλύψουν το έλλειμμα, κατά το μέτρο του δυνατού». (…)  «Αναρωτιέται κανείς για τον πατριωτισμό αυτών των ατόμων (εννοεί τον Μαρκεζίνη και το περιβάλλον του) που απεργάζονται την ανατροπή μιας κυβέρνησης ενός μήνα περίπου, με δεδομένες τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες.» (…)  «Ο Mac Veagh επέμενε και πάλι ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν ήταν «δεξιά», με την κλασσική έννοια του όρου. Δεν είχα καμιά διάθεση για σοφιστείες σχετικά με την ορολογία, αλλά τον ρώτησα αν έβρισκε το διορισμό του Ζέρβα ως υπουργού Δημόσιας Τάξης πράξη μιας κυβέρνησης όντως Εθνικής Συνεργασίας…» (…)  «…πήγα με τους Lincoln και Patterson σε συνάντηση μιάμισης ώρας με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, που είναι η εκδοτική τράπεζα της κυβέρνησης. (…) Τα γραφεία του διοικητή ήταν άρτια εξοπλισμένα και εντυπωσιάστηκα όταν, ενώ σέρβιρε καφέ στους καλεσμένους του, δεν πρόσφερε στον διερμηνέα που συμμετείχε στη συζήτηση.»
Για την συνάντησή του με τον Ζίγδη αναφέρει: «Το απόγευμα ο Ζίγδης, της UNRRA, ήρθε για συζήτηση διάρκειας μιάμιση ώρας περίπου με τα μέλη της Αποστολής.» (…) «Ήταν πιο ειλικρινής όσον αφορά την από πλευράς του αξιολόγηση της κυβέρνησης από οποιονδήποτε άλλον Έλληνα με τον οποίο έχω συνομιλήσει. Χωρίς να αναφέρεται συγκεκριμένα σε πρόσωπα, επέμενε ότι η πλειονότητα της παρούσας κυβέρνησης αποτελούνταν από συνεργάτες των Γερμανών και άτομα με φασιστικές πεποιθήσεις, των οποίων το κυριότερο μέλημα δεν ήταν το καλό του ελληνικού λαού και της οικονομίας, αλλά απλώς η διατήρηση της χαοτικής κατάστασης, χάρη στην οποία οι ίδιοι παρέμεναν στην εξουσία. Επέμενε ότι στον Πειραιά υπήρχαν καράβια σε αναμονή της ημέρας κατά την οποία θα ξεσπούσε η αναταραχή και ότι η πλειονότητα της άρχουσας τάξης είχε ασφαλίσει τα κέρδη της σε χρυσές λίρες, έτοιμη για φυγή στο Κάιρο ή αλλού.» (…)  «… τα όνειρα τέτοιων ανθρώπων θα είχαν ελπίδες να γίνουν πραγματικότητα, αλλά είναι εμφανές πως στο έδαφος της πολιτικής ίντριγκας, της διαφθοράς και της εκμετάλλευσης δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν η ανοικοδόμηση και η ανάπτυξη. Είναι σκληρή αυτή η γενικολογία, αλλά συνάμα αποτελεί συγκρατημένη εκτίμηση όσον αφορά τα δεινά της Ελλάδας. Το κατά πόσον αυτή η χώρα έχει τις δυνατότητες να απολαύσει τους καρπούς μιας αληθινής δημοκρατίας είναι το μέγα ερώτημα. Δεν έχω δει καμιά ηγεσία, ούτε δεξιά ούτε αριστερή, ούτε κεντρώα, που να δίνει ελπίδες για ορθή αξιοποίηση των πόρων και της εργασίας αυτού του λαού, ώστε να βελτιωθεί έστω ελάχιστα το ριζικό του.» (…)
Για την συνομιλία που είχε με τον βασιλιά Γεώργιο: «Ο εκλιπών βασιλέας της Ελλάδας Γεώργιος, στην πρώτη μας συνομιλία, είχε χαρακτηρίσει πολλούς κυβερνητικούς υπαλλήλους ως κομματόσκυλα και «πολιτικούς καφενείου», και είχε περιγράψει το σύνολο της δημόσιας διοίκησης ως κάποιου είδους συνταξιοδοτικό σύστημα για πολιτικούς εγκάθετους. … Οι χαμηλοί μισθοί προσαυξάνονται βάσει ενός εντελώς συγκεχυμένου συστήματος επιδομάτων χάρη στα οποία μερικοί δημόσιοι υπάλληλοι κερδίζουν μέχρι και τέσσερις φορές περισσότερα από τον βασικό τους μισθό.» (…)   «Το αποτέλεσμα είναι απόλυτη αποδιοργάνωση. Ποτέ άλλοτε δεν έχω δει διοικητική δομή που να είναι, λόγω ανικανότητας και αναποτελεσματικότητας και μόνον, τόσο απαράδεκτη. Απλούστατα, δεν είναι δυνατόν να βασιστεί κανείς στο ότι η δημόσια διοίκηση θα φέρει εις πέρας [ακόμη και] τις πιο απλές λειτουργίες μιας κυβέρνησης – την είσπραξη φόρων, την εφαρμογή οικονομικών κανόνων, την επισκευή των δρόμων.» (…)  «Όμως η δημόσια διοίκηση είναι μονάχα η αρχή. Υπάρχει και το πολύ πιο περίπλοκο και εκρηκτικό ζήτημα της πολιτικής ηγεσίας της χώρας.» (…)  «Όσο μπορούσα να διακρίνω, η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε κατ’ ουσία άλλη πολιτική εκτός από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια, ώστε να διατηρήσει την εξουσία, απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδας κατά τον πόλεμο κι επικαλούμενη τον ίδιο της τον τεράστιων διαστάσεων αντικομουνισμό ως επιχειρήματα για παροχή ξένης βοήθειας σε απεριόριστες ποσότητες. Στόχος της, κατά την προσωπική μου κρίση, είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μιας μικρής κλίκας από τραπεζίτες και εμπόρους που αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα.» (…)  «Επίσης, πίσω από την κυβέρνηση υπάρχει μια μικρή εμπορική και τραπεζική κλίκα, της οποίας ηγείται ο Πεσματζόγλου, διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, που είναι πανούργος και αποτελεσματικός παίχτης. Αυτή η κλίκα είναι αποφασισμένη, πάνω απ’ όλα να προστατεύσει τα οικονομικά της προνόμια, όποιο κι αν είναι το κόστος σε ό,τι αφορά την οικονομική υγεία της χώρας. Τα μέλη της θέλουν να διατηρηθεί ένα φορολογικό σύστημα που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους. Αντιτίθενται στους συναλλαγματικούς ελέγχους, διότι αυτοί ενδέχεται να τους εμποδίζουν να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε τράπεζες στο Κάιρο ή στην Αργεντινή. Δεν διανοούνται καν να επενδύσουν αυτά τα κέρδη με στόχο την ανάκαμψη της χώρας τους. (…) Σήμερα, η ελληνική εμπορική ναυτιλία βρίσκεται σε άνθιση και οι εφοπλιστές καρπώνονται τα κέρδη. (…)… αλλά τα κέρδη των πλοιοκτητών παραμένουν στην πλειονότητά τους, στο εξωτερικό. (…)… οι Έλληνες πλοιοκτήτες οφείλουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους στα πλοία τύπου Liberty, τα οποία αγόρασαν από τη Ναυτιλιακή Επιτροπή των ΗΠΑ έπειτα από εγγύηση των ενυπόθηκων δανείων τους από την ελληνική κυβέρνηση (σε αυτό αναφερόταν, γενικά, ο Αγγελόπουλος, θεωρώντας τα ναυλοσύμφωνα σαν κλοπή).» (…)  «Ο στρατηγός Ζέρβας θα κραυγάζει ότι το σημαντικό είναι να καταπολεμηθούν οι κομουνιστές, συλλαμβάνοντας κάθε φιλελεύθερο, και οι κομουνιστές θα τον βοηθήσουν αναζωπυρώνοντας τον εμφύλιο πόλεμο. Μια άλλη, ακόμη πιο ύπουλη μορφή πίεσης θα ασκηθεί στα μέλη της Αποστολής. Η ομάδα πίεσης της καλής κοινωνίας –οι κομψοί κοσμοπολίτες, που έχουν την έδρα τους στις Κάνες, στο Σεν Μόριτς και στην αθηναϊκή πλατεία Κολωνακίου- θα ενεργοποιηθεί. Πολλοί απ’ αυτούς είναι γοητευτικοί άνθρωποι που μιλούν εξαιρετικά αγγλικά και θα αδημονούν ειλικρινά να παράσχουν κάθε δυνατή βοήθεια στην Αμερικανική Αποστολή. Εντούτοις, θα αποπειραθούν να προσεταιρισθούν την Αποστολή και να την μετατρέψουν σε ένα ακόμη εργαλείο διασφάλισης των προνομίων τους. Ακόμα θυμάμαι ένα εντυπωσιακό δείπνο το οποίο παρέθεσε προς τιμή μου ένας κορυφαίος τραπεζίτης, στο πολυτελές αθηναϊκό διαμέρισμά του (εννοεί τον Ηλιάσκο): οι τρεις σερβιτόροι φορούσαν λιβρέες, τα κρασιά που προσφέρθηκαν ήταν θεσπέσια και το φαγητό ήταν εκπληκτικά καλό. Ένας από τους συνδαιτυμόνες μας, εκστασιασμένος, επαινούσε τις ομορφιές που προσφέρει το υποβρύχιο ψάρεμα. Η αντίθεση ανάμεσα στο λουκούλλειο γεύμα και στα παιδιά που λιμοκτονούσαν στους δρόμους απλούστατα παραήταν αταίριαστη και σκληρή.» (…)  «Αίσθησή μου είναι ότι το ελληνικό κράτος, έχοντας υποβάλλει αίτηση βοήθειας και εποπτείας, έχει θέσει, στο μέτρο αυτό, όρια στην ίδια του την εθνική κυριαρχία. Αν πρόκειται να πραγματοποιήσουμε μια τόσο μεγάλη επένδυση με στόχο την ανάκαμψη της Ελλάδας, η κοινή λογική λέει ότι η απόφαση αυτή υπαινίσσεται την χρήση των μέσων που απαιτούνται ώστε η ανάκαμψη να είναι τελεσφόρος. (άλλο ένα μνημόνιο)» (…)   «Η καλύτερη μέθοδος που έχουμε στη διάθεσή μας για να το πετύχουμε είναι να δοθεί πραγματική αμνηστία. Η κυβέρνηση Μάξιμου έχει επιτέλους πειστεί να υιοθετήσει ένα πρόγραμμα αμνήστευσης που φαίνεται αληθοφανές, τουλάχιστον στα χαρτιά, αλλά όπως μου είπε ένα μέλος της ελληνικής κυβέρνησης, ο διορισμός του στρατηγού Ζέρβα ως υπουργού Δημόσιας Τάξης διέλυσε εντελώς τη διάθεση οιουδήποτε να πάρει στα σοβαρά αυτά τα προγράμματα. Η αμνηστία θα πρέπει να περιλαμβάνει αρκετές διασφαλίσεις, όσες απαιτούνται ώστε να κατέβουν από τα βουνά όλοι όσοι δεν είναι απερίφραστα πράκτορες των κομουνιστών.» (…)  «Η βρετανική φόρμουλα σε παρόμοιες περιπτώσεις ήταν ανέκαθεν η συνεργασία με τα μέλη της εκάστοτε εγχώριας κυρίαρχης τάξης –η εξαγορά της υποστήριξής τους, μέσω της επιβεβαίωσης και εξασφάλισης της δυνατότητάς τους να εκμεταλλεύονται τις λαϊκές μάζες, και η προσφυγή στον εκ μέρους τους έλεγχο των λαών, με τη χρήση της αστυνομίας και της βίας. Η φόρμουλα αυτή δεν είναι μόνο αποκρουστική και αντίθετη με τις αμερικάνικες αξίες –είναι επίσης απρόσφορη. Δεν υπάρχει άλλο σύστημα που θα έσπρωχνε πιο γρήγορα τον ελληνικό λαό στην αγκαλιά των Ρώσων. Πρέπει να επινοήσουμε μια μέθοδο που θα μας επιτρέψει να ξεκινήσουμε από κάτω προς τα πάνω- και όχι εκ των άνω προς τα κάτω.»


Οι καιροί βέβαια έχουν αλλάξει. Είναι σίγουρο ότι στο αμερικάνικο και ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο δεν υπάρχουν πια υπάλληλοι της ποιότητας του Πόλ Πόρτερ. Παρόλα αυτά η εργασία του αυτή, θεωρώ ότι είναι ένα πολύ αποστομωτικό επιχείρημα για όσους ακόμη μιλούν για κουτόφραγκους. 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: