Ανάπτυξη, μια σκοτεινή έννοια (4/4/2015)


Ανάπτυξη στα ελληνικά σημαίνει πολλά πράγματα: μπορεί να σημαίνει ανάδειξη και βελτίωση ιδιοτήτων ή ικανοτήτων που ήδη υπάρχουν, μπορεί επίσης να σημαίνει αύξηση ή ισχυροποίηση προϋπάρχοντος φυσικού ή τεχνητού χαρακτηριστικού ή πλούτου, σημαίνει επίσης επεξεργασία, μεθοδολογικά και λογικά,  μιας έννοιας ή ενός θέματος ή προβληματισμού. Είναι δυνατόν επίσης να σημαίνει αύξηση, ωρίμανση, επέκταση, εξάπλωση.
Οι πολλαπλές ερμηνείες παράγουν και την σύγχυση και αυτή με τη σειρά της εξυπηρετεί τις προθέσεις κάθε ανυπόληπτης πολιτικής. Η καθυστερημένη και συντηρητική ελληνική κοινωνία, με την καθοδήγηση πολιτικών που κυβέρνησαν μετά την ιστορική μεταβολή του 1974 έχοντας στραμμένη την πλάτη στη δημοκρατία και την παιδεία, ζει μια πλήρη ουτοπία. Κυριαρχεί η φαντασίωση ότι τα πράγματα κατά κάποιο τρόπο θα επανέλθουν ή ότι η κρίση θα διευθετηθεί αργά ή γρήγορα από μόνη της. Στην πράξη η προσπάθεια περιορίζεται στο φράξιμο των ρωγμών μιας καταρρέουσας δομής. Μεγάλο μέρος αυτής της συντηρητικής, βολεμένης ή όχι κοινωνίας, ελπίζει στο βάθος να μην αλλάξει τίποτα ουσιαστικό και να συνεχιστούν όλα όπως πριν από την «κρίση». Αρνείται την συλλογική προσπάθεια που θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά τα θεμέλια διάφορων εσωτερικών δομών, είτε αυτές είναι πολιτικές, οικονομικές, παιδείας ή τεχνογνωσίας, διοίκησης και συμπεριφοράς, ηθικής και πολιτισμού.
Οι καλύτεροι σύμμαχοι των αντιπάλων μας είτε ονομάζονται εταίροι είτε δανειστές είτε ευρωπαϊκοί θεσμοί, είναι η συντηρητική και εγωπαθής μερίδα των Ελλήνων είτε είναι πολιτικοί είτε απλοί πολίτες, προνομιούχοι ή όχι.
Υπάρχουν στερεότυπα στην πολιτική και οικονομική σκέψη που εμποδίζουν τα βήματα προς εμπρός. Το κυριότερο από αυτά είναι η μονοπώληση της ερμηνείας της έννοιας «ανάπτυξη», σαν αύξηση, μεγάλωμα, επέκταση. Αγνοείται ο παράγοντας που αφορά στο ότι τα χαρακτηριστικά αυτά που υπόκεινται σε ανάπτυξη πρέπει να ενυπάρχουν στο πρόγραμμα του υπό ανάπτυξη συστήματος, είτε γονιδιακά είτε σαν αφομοιωμένα στοιχεία από το περιβάλλον. Ποτέ όμως σαν εξομοιωμένα και εμφυτευμένα χαρακτηριστικά. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη μαϊμουδίζοντας ξένα στοιχεία. Ούτε μπορεί η ανάπτυξη να αφορά μόνο στα οικονομικά μεγέθη, στην κερδοφορία και στον πλούτο συντεχνιών και μονάδων. Ούτε είναι ανάπτυξη η αύξηση της κατανάλωσης και της εικόνας της, μέσω του life style, της διαφήμισης και του χυδαίου που προβάλλουν τα ΜΜΕ.
Αυτά τα στερεότυπα δεν είναι τόσο σημαντικά για τις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες, όσο για τις μικρές και μη ανταγωνιστικές, όπως για παράδειγμα η πατρίδα μας.
Όσο αποβλακωμένος και ταλιμπάνος, νεοφιλελεύθερος γιάπης να είναι κανείς, δεν είναι δυνατόν να πιστέψει και να ελπίζει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει ποτέ να είναι ανταγωνιστική. Η εξάρτηση από τις μεγάλες χώρες και το μεγάλο κεφάλαιο θα υπάρχει πάντα και θα βαθαίνει όσο οι τεχνικές εφαρμογές θα γίνονται όλο και πιο εξειδικευμένες. Αυτός εξάλλου είναι και ο στρατηγικός στόχος των μεγάλων χωρών, αλλά και των ντόπιων πρακτόρων τους. Υπάρχει άραγε κάποιος τόσο αφελής που να πιστεύει ότι δεν υπάρχουν τέτοιοι; Υπάρχουν και παρα-υπάρχουν.
Ο αντικειμενικός και προσεκτικός αναγνώστης της ιστορίας θα παρατηρήσει εύκολα μια ιστορική αλήθεια που αφορά στη σχέση μεταξύ αγωνιστών και εθελόδουλων. Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το παρόν, άπειροι Έλληνες ζούσαν στην αυλή των Περσών, άπειροι Κοτζαμπάσηδες συνεργάζονταν με τους Τούρκους. Μέχρις και στην Κατοχή στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και του Εμφυλίου. Η σχέση αυτή με τους κατακτητές επιβεβαιώθηκε περίτρανα. Σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που σημειώθηκε μεγάλη αντίσταση (Γαλλία, Σερβία, Ολλανδία, Ελλάδα), υπήρξαν ανάλογου πλήθους χαφιέδες και προδότες.
Ένα στερεότυπο από αυτά, που δυστυχώς εμποδίζει και την λεγόμενη αριστερή σκέψη, είναι το ότι η βιομηχανική παραγωγή θεωρείται σαν πιο προηγμένη φάση ανάπτυξης σε σχέση με τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Αριστερή όμως πολιτική δεν γίνεται με δανεικά.
Στην πραγματικότητα η βιομηχανία μπορεί να είναι πιο καθυστερημένη από την γεωργία αν δεν μπορεί να είναι διαχειρίσιμη λόγω μη ικανότητας των στελεχών, έλλειψης πρώτων υλών και μη ελέγχου της αγοράς.
Σε ανεπτυγμένες πολιτικά χώρες, ανεξάρτητα αν είναι μικρές ή μεγάλες (για παράδειγμα Δανία και Καναδάς), η γεωργία δεν είναι χωριάτικου αλλά βιομηχανικού τύπου, κυρίως η κτηνοτροφία. Αντίθετα, στην Ελλάδα, η βιομηχανία είναι χωριάτικου τύπου και λόγω μεγέθους, παράδοσης και άλλων χαρακτηριστικών, δεν μπορεί να γίνει διαφορετική.
Πρέπει να προστεθεί στα παραπάνω και το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει «επί του παρόντος» φυσικούς πόρους και γι’ αυτό είναι αναγκαίο να αναπτύξει άλλους πόρους, δηλαδή, πόρους που προέρχονται από τη νόηση και την ευφυΐα προκειμένου να συμβαδίζει με τις σύγχρονες τάσεις της βιομηχανικής ανάπτυξης των πλούσιων χωρών.
Με άλλα λόγια, αφού πρέπει, για να υπάρχουμε, να αγοράζουμε από άλλους κρέας και πετρέλαιο, θα πρέπει να πληρώνουμε κάπως. Τι όμως μπορούμε να προσφέρουμε γι αυτή την ανταλλαγή;
Βλέπουμε σε κλίμακα παγκόσμια ότι οι μεγάλες χώρες στρέφονται, εξαιτίας της μείωσης των φυσικών πόρων, προς νέες εξελίξεις της οικονομίας και της βιομηχανίας. Μελετούν δηλαδή, το πέρασμα από μια «κοινωνία της βιομηχανίας» σε μια «μεταμοντέρνα κοινωνία». Σε μια κοινωνία που βασίζεται δηλαδή σε παραγωγή υπηρεσιών αντί της παραδοσιακής παραγωγής καταναλωτικών προϊόντων για τις μάζες.
Τι κάνουμε εμείς για όλα αυτά τα ζητήματα; Καταστρέφουμε συστηματικά εδώ και τριάντα χρόνια τα μόνα κεφάλαια που πραγματικά διαθέτει η χώρα μας. Το μοναδικό περιβάλλον και τη μοναδική ευφυΐα των Ελλήνων.
Υπάρχει τίποτα χειρότερο; Θα έλεγε κανείς πως όχι, και όμως υπάρχει, το ότι τίποτα από αυτά τα ζητήματα δεν συζητιέται ούτε καν προσεγγίζεται από τους επαγγελματίες πολιτικούς, ούτε από τα ακαδημαϊκά συστήματα αλλά ούτε και από τους υποτιθέμενους διανοούμενους. Παίζουμε συνεχώς στο γήπεδο και με τους όρους των δυνατών ζώντας μια φαντασίωση ότι στο «μέλλον» θα καταφέρουμε μαϊμουδίζοντας να τους φτάσουμε, να συγκλιθούμε.

Ευθύνη φέρει όλο το πολιτικό φάσμα των κομμάτων που προέκυψαν σαν ιστορική ανάγκη μετά την κατάρρευση της χούντας, της λεγόμενης μεταπολίτευσης που μόνο τέτοια δεν ήταν, αφού στράφηκε το ενδιαφέρον σε πρόσωπα αλλά όχι σε δομές και νοοτροπίες, οι οποίες καταστροφικά μέχρι σήμερα είναι παρούσες και ενεργές.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: