Το πακέτο της ψευδοαντίληψης της φύσης της πραγματικότητας (20/02/2016)


Πολλές φορές το συνάθροισμα, αυθαίρετο ή και λογικό, πολλών αντιλήψεων που επικρατούν, είτε λόγω πλήθους είτε λόγω αυθεντίας, θεωρείται και αξιολογείται σαν αντικειμενική αντίληψη. Η παρεξήγηση αυτή, αν εξεταστεί προσεκτικά, στηρίζει μια ψευδοαντίληψη για τον κόσμο των φαινομένων και των αισθήσεων με συστημική δομή τριών στοιχείων. Όπως είναι γνωστό τρία σημεία ορίζουν ένα επίπεδο. Στην περίπτωση αυτή το οριζόμενο επίπεδο ορίζεται ποιοτικά σαν επίπεδο ψευδοαντίληψης. Οτιδήποτε αμφισβητεί αυτό το επίπεδο δεν μπορεί να περιέχεται σ’ αυτό το κλειστό σύστημα. Το γεγονός αυτό κάνει αυτή την ψευδοαντίληψη πολύ ισχυρή και πολύ δύσκολα αποδομήσιμη.
Η αντίληψη, σε γενική θεώρηση, εξαρτάται τόσο από την πληρότητα του πεδίου της αίσθησης του παρατηρητή, αλλά και το γνωστικό πεδίο και τα υποδείγματα πρόσληψης και επεξεργασίας που έχει στερεώσει από προσωπική εμπειρία, αντιγραφή, διδαχή ή νοητική επεξεργασία. Αυτό σημαίνει ότι η αντίληψη, τόσο ποιοτικά, δηλαδή ευκρίνεια, πιστότητα, πληρότητα, ταχύτητα κλπ, όσο και ποσοτικά, δηλαδή βάθος εστιασμού, επιλογές, έκταση κλπ, εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες, οι οποίοι έχουν τελείως υποκειμενικό χαρακτήρα. Θεωρώντας έτσι την αντικειμενική αντίληψη απίθανο γεγονός, και την υποκειμενική, σαν την μόνη μερικώς πιστή. Η τελευταία βέβαια, εξαρτάται από τον βαθμό που ορίζεται από την εμπειρία κλπ του παρατηρητή. Ονομάζουμε σαν ψευδοαντίληψη τον αυθαίρετο και αβασάνιστο σχηματισμό αντιληπτικού πεδίου που σχηματίζεται αυτόματα, όχι μόνον από ελλειπή στοιχεία αλλά και από ψεύδη στερεωμένα σαν δεδομένα.

Το σύστημα αυτό της ψευδοαντίληψης της φύσης της πραγματικότητας προσεγγίζεται μέσα από τρεις πυλώνες: τον πυλώνα της ψευδοαντίληψης της αιωνιότητας, αυτόν του μηδενισμού και εκείνον του ατομισμού.
Η ψευδοαντίληψη της αιωνιότητας είναι συχνά η απλοϊκότερη μορφή του θεϊσμού. Σαν θεϊσμός εδώ θεωρείται κάθε πίστη που διασπά και μερίζει το όλο, κάθε –ισμος και κάθε ιεράρχηση. Η αντίληψη αυτή θεωρεί τα φαινόμενα σαν να περιέχονται σε κάποιο είδος αιώνιας και μη φθαρτής ουσίας. Τα πράγματα γεννιούνται και πεθαίνουν, παρόλον ότι εμπεριέχουν μια ουσία η οποία δεν φθείρεται. Η ποιότης αυτής της αιωνίου ύπαρξης πρέπει να παραμένει προσκολλημένη σε κάτι (σταθερό), έτσι ώστε οι πιστοί τέτοιων θεωρήσεων συνήθως να επιλέγουν έτοιμες ή να κατασκευάζουν ιδέες για μια θεϊκή πίστη, για μια ψυχή, για ένα άτμαν ή για ένα ον άφατο, ανέκφραστο και ανείπωτο Εαυτό.
Έτσι ο πιστός αποδέχεται ότι κάτι υπάρχει σταθερό, αιώνιο και ατέρμον το οποίο παρέχει ασφάλεια ώστε να υπάρχει κάτι σταθερό, ένας στέρεος τρόπος κατανόησης του κόσμου και του συσχετισμού του κόσμου αυτού με τον πιστό. Συνήθως αποδίδεται η ποιότητα του αληθούς.

Είναι πολύ πιθανό ο πιστός της αιωνιότητας να απογοητευτεί στη συνέχεια από έναν θεό που δεν θα συναντήσει ποτέ, μια ψυχή, μια ουσία ή μια έννοια που δεν μπορεί να ερευνήσει ή να πραγματώσει σαν εμπειρία. Συνήθως η πίστη στερεώνεται χωρίς έρευνα. Σε πολλές περιπτώσεις αυτή η απογοήτευση οδηγεί στον αγνωστικό μηδενισμό. Αυτή η αντίληψη υποστηρίζει ότι τα πάντα παράγονται από ένα μυστηριώδες μηδέν, το τίποτα. Πολλές φορές αυτή η προσέγγιση εμφανίζεται συγχρόνως σαν θεϊστική ή αθεϊστική ενός άγνωστου θεού. Αυτή η ιδέα δέχεται ότι τα πράγματα απλώς παράγονται αυτομάτως από το τίποτα.  Η ζωή και ο κόσμος θεωρείται σαν φανταστικός χώρος, δεν υπάρχει  ένα λογικά αρχικό σημείο από το οποίο η δημιουργία αρχίζει.
Έτσι το μηδέν γίνεται σημαντικό σ’ αυτή την προσέγγιση, μια ακατάληπτη πραγματικότητα πίσω από τα δήλα φαινόμενα. Το σύμπαν υπάρχει μυστηριωδώς, δεν υπάρχει αληθής εξήγηση. Πιθανώς ο μηδενιστής δέχεται ότι ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να κατανοήσει ένα τέτοιο μυστήριο.
Μ’ αυτόν τον τρόπο το μυστήριο χρησιμοποιείται σαν κάτι συγκεκριμένο, σαν αντικείμενο. Η μηδενιστική προσέγγιση προκαλεί την ψυχολογική στάση του φαταλισμού, τις έννοιες του πεπρωμένου, του αναπόφευκτου και την μοιρολατρική στάση. Όσο συνεχίζεται η διανοητική αναζήτηση λογικών απαντήσεων τόσο ανακαλύπτονται περιοχές μυστηρίου, μέχρις ότου το μυστήριο σαν έννοια συγκροτηθεί σε ιδέα. Η ψευδοαντίληψη αυτή του μηδενισμού σε συνδυασμό με την προηγούμενη της αιωνιότητας παρέχουν ασφαλές περιβάλλον για την τρίτη, αυτή του ατομισμού.

Η ψευδοαντίληψη της ατομικότητας πηγάζει από ένα φυσικά βασικό πεδίο το οποίο θα πρέπει να θεωρείται ως ελεύθερος χώρος, ο οποίος δεν ανήκει σε κανέναν. Η απεραντοσύνη αυτού του πεδίου εμπνέει τη δράση πέραν του μέτρου που ο ίδιο ο χώρος απαιτεί, αφού το άπειρο δεν έχει όρια από μόνο του. Η απόκλιση ή η διαφορά της απαιτούμενη έκφρασης της δράσης, απαίτηση που υπαγορεύεται από το ίδιο το βασικό πεδίο, και της παρορμητικής δράσης που δημιουργεί η απεραντοσύνη του βασικού πεδίου, δημιουργεί την αυτοσυνείδηση.
Η αυτοσυνείδητη κατάσταση δημιουργεί τον μετασχηματισμό ή την αλλαγή της ενότητας με τον χώρο σε δυαδικότητα. Εγώ, ο παρατηρητής, και ο χώρος, το παρατηρούμενο, αυτό είναι και το σημείο της διανοητικής επεξεργασίας όπου δημιουργείται η μορφή, το σχήμα, το άλλο.
Μετά το ξεχώρισμα από το βασικό πεδίο, το συνάθροισμα των δυναμικών αποκλίσεων μεταξύ του φαινομένου και της αίσθησης που προκαλεί στον παρατηρητή και επειδή πάντα καταλήγει σε μια αυτοσυνείδητη εμπειρία, μεταφέρεται ως συνάθροισμα και στο υποκείμενο αυτής της εμπειρίας και παράγει μια ξεχωριστή του χώρου υπόσταση, έναν –ισμο, τον εγωισμό. Για παράδειγμα: ποιος παρατηρεί;
Η επανάληψη αυτής της ξεχωριστής δράσης παράγει μια έμφαση για αυτή την ίδια, και έτσι σιγά-σιγά αγνοείται το ελεύθερο πεδίο μέσα στο οποίο αυτή η δράση συμβαίνει. Η απώλεια αυτή του χώρου παράγει την βασική άγνοια η οποία δεν σημαίνει χαζομάρα ή αμάθεια αλλά συγχυσμένη κίνηση της δράσης, μια νόηση με άγος. Στον άπειρο χώρο, ο οποίος ψευδώς θεωρείται βατός και κτήμα του περιπλανώμενου παρατηρητή.

Αυτό συμβαίνει, γιατί ο χώρος ως περικλείων τα πάντα, ιδεατά μετατρέπεται σε μέρος όπου πάντα κυριαρχούν οι ασύνδετες παρορμητικές ερμηνείες της δράσης της σκέψης. Οι ερμηνείες αυτές συναθροίζονται σε μια αυθαίρετη ενότητα, στην πράξη συνάθροισμα και όχι σύνολο. Ενότητα που αυτοαποκαλείται αποδίδοντας ταυτότητα σαν κάθε τι να είναι ξεχωριστό, ως ξεχωριστό «εγώ». Ο παρατηρητής και το περιβάλλον. Έχοντας αποκαταστήσει έτσι μια ξεχωριστή συνειδητότητα δημιουργείται η πεποίθηση ότι αυτό πάντοτε ήταν έτσι. Μια αίσθηση στερεότητας, αιωνιότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: