Έξοδος (10/4/2016)


Συνήθως, για να γίνει κατανοητό κάτι πολύπλοκο, ή απλά σύνθετο, αναλύεται σε μέρη ή λεπτομέρειες. Αυτή η διαδικασία είναι σχετικά εύκολη. Σε ένα απλό γεγονός ή σύστημα γεγονότων, οι μηχανισμοί κίνησης εμφανίζονται με σχετική καθαρότητα, χωρίς όμως να αποκαλύπτεται ο βασικός μηχανισμός. Αντίθετα, στην προσπάθεια σύνθεσης, γεγονότων ή συστημάτων, οι δυσκολίες που θα συναντήσει αυτός που ερευνά είναι τεράστιες. Οι μηχανισμοί που κινούν την λεπτομέρεια είναι συνήθως αντιφασικοί εκείνων του όλου. Όσο προστίθενται λεπτομέρειες, η πολυπλοκότητα αυξάνει, οι μηχανισμοί γίνονται δυσδιάκριτοι. Αυτή η διαπίστωση γίνεται και αινιγματική όταν αφορά σε ιστορικά γεγονότα. Στην πλέξη, όπως ιστορείται, εμπλέκονται και παράγοντες που θα ανακαλυφθούν στο μέλλον, που αφορούν στην καταγραφή και στην ερμηνεία του υπό εξέταση γεγονότος.

Λέγεται, ότι η ιστορία γράφεται, και συμπληρώνω ερμηνεύεται από τους νικητές και την άρχουσα, κατά περιόδους, τάξη. Σε μεγάλο μέρος αυτή η γενική παραδοχή είναι αληθής. Παρόλα αυτά, όσο παρέρχεται ο χρόνος, ο ιστός της ροής των γεγονότων γίνεται πιο φανερός, γιατί η διάδραση των γεγονότων αποτυπώνει το σχέδιο στην ολότητά του. Κανένας νικητής, ούτε καμία άρχουσα τάξη δεν μπορεί να πλαστογραφήσει την αλήθεια. Ο χρόνος και η έρευνα, δύο παράγοντες που συνθέτουν το εργαλείο της ανάλυσης.

Σαν παράδειγμα αναφέρω το παράδοξο του ότι ενώ όλη η αντιφασιστική συμμαχία εορτάζει την επέτειο του τέλος του πολέμου, εμείς οι Έλληνες εορτάζουμε την αρχή του. Η εξήγηση είναι απλή. Αν εορταζόταν το τέλος, μοιραία θα έπρεπε να ονοματίζεται και να συμμετέχει η Αριστερά, αφού αυτή, κατά κύριο μέρος, υπηρέτησε την αντίσταση του Ελληνικού λαού. Την εποχή εκείνη, με τη βοήθεια των Βρετανών, παιζόταν το παιχνίδι του αποκλεισμού των αντιστασιακών αριστερών δυνάμεων από την πολιτική ζωή της ειρηνικής περιόδου που διαγραφόταν σαν μέλλον. Μεθοδευόταν η στερέωση της βασιλείας και του προ του πολέμου κατεστημένου. Ήταν λοιπόν απαράδεκτο η Δεξιά να αναγνωρίσει τους αγώνες του ταξικού της εχθρού, τι κι αν αυτός ήταν η πλειονότητα του Ελληνικού λαού.

Στις μέρες αυτές συμπληρώνονται 190 χρόνια απ’ την ηρωική έξοδο στο Μεσολόγγι, Απρίλιος 1826.
Πως  ένα τόσο ηρωικό γεγονός, που συμπυκνώνει, μαζί με ελάχιστα άλλα, το βασικό πνεύμα της επανάστασης του ’21 που ήταν «ελευθερία ή θάνατος», παραμελείται συστηματικά και υποβαθμίζεται τόσο ο εορτασμός όσο και το νόημά του;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη, το ερώτημα όμως και η απορία είναι εύλογα. Είναι φυσικό οι νικητές και η άρχουσα τάξη να καθορίζει τα της πορείας μιας κοινωνίας, είναι άλλο τόσο φυσικό ο απλός άνθρωπος να θέλει να συμμετέχει στις αποφάσεις που ορίζουν τη ζωή του. Ένας από τους βασικούς κανόνες με τους οποίους γίνεται η ιστορική ανάγνωση είναι ότι μόνον όταν ο λαός ένοπλος αγωνίζεται για το μέλλον του, τότε μόνον δεν υπάρχουν νικητές, ούτε άρχουσα τάξη. Η εξουσία όμως και η διαφθορά θα κάνει πολλούς χθεσινούς αγωνιστές, άρχοντες και εξουσιαστές. Κυβερνούν συνήθως  οι συμβιβασμένοι και οι βολεμένοι. Αυτή είναι η απάντηση.

Η έξοδος απέκλεισε τον συμβιβασμό, την παράδοση, τον εξευτελισμό. Είναι φυσικό, τα αποκτήματα, όποια κι αν είναι, να δεσμεύουν τις τελικές αποφάσεις. Με αυτόν τον τρόπο οι έχοντες, κατέχοντες και ελπίζοντες προσθέτω, δεν θα είναι ποτέ μαζί με τους μαχόμενους. Δεν ρισκάρουν ποτέ. Αυτός είναι ο λόγος  που το κατεστημένο σύστημα, όποιο κι αν είναι, φροντίζει να συντηρεί ένα μικρό ή ελάχιστο ποσοστό ελπίδας, «για ένα καλύτερο αύριο».
Τα κύρια μελήματα ενός τέτοιου συστήματος είναι η παράταση της ύπαρξής του στο άπειρο και η χειραφέτηση της «μάζας» μέσω της απάτης, του ψεύδους και της ελπίδας. Κάπως έτσι το «όχι» γίνεται «ναι».

Τέτοιες μέρες, μέρες της επετείου της εξόδου, σε μια βλακώδη διαφήμιση, -ποια δεν είναι;- ακούγεται κατά κόρο ότι όταν γνωρίζουμε «από που ερχόμαστε ανακαλύπτουμε που μπορούμε να φτάσουμε»! Βέβαια, η επιθυμία του διαφημιστή θα έπρεπε να προεξοφλεί τη θετική ερμηνεία της ρήσης. Ουδέποτε όμως, αλίμονο, η ηλιθιώδης αυτή σοφία επαληθεύεται. Θα  έπρεπε να δεινά των Νεοελλήνων να οφείλονται στην άγνοια και την ιστορική τους αμάθεια. Από το τέλος του τελευταίου μεγάλου πολέμου, δεν υπήρξε περίοδος που η δυστυχείς Νεοέλληνες να μην βομβαρδίζονται περί της μεγαλοσύνης του παρελθόντος τους. Περίοδος μακρά, της οποίας, δυστυχώς, είμαι μάρτυρας, ουδέ κατ’ ελάχιστο η πράγματι ένδοξη ιστορία επηρέασε τους Νεοέλληνες.
Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρο, κυρίως από ανάξιους πολιτικούς ή από επίορκους ένστολους ή από ιδιοτελείς υπαλλήλους του κράτους, όποτε τα ατομικά ή συντεχνιακά τους συμφέροντα το απαιτούσαν και το απαιτούν. Εάν δεν είναι έτσι θα πρέπει τα μυστηριώδη αίτια της διαφθοράς, της ανικανότητας, της ιδιοτέλειας και οιασδήποτε αρνητικής συμπεριφοράς που με εξαιρετική ευκολία ανθίζει στην πατρίδα, να ερευνηθούν. Το περίφημο «ελληνικό φιλότιμο» έχει καταντήσει στη σημερινή κουρελαρία, το άλλο περίφημο «λιτοδίαιτο του Έλληνα», στο τεράστιο έλλειμμα, ο δε υπερήφανος αυχένας που «δεν υπομένει ζυγό», σε μόνιμη αγκύλωση της σπονδυλικής στήλης σε θέση οσφυικής κάμψης και τόσα άλλα περίεργα.

Βεβαίως, μία σημερινή Έξοδος είναι αδύνατος, τόσο από εσωτερική ηθική κατάπτωση, όσο και από το διεθνές κλίμα, μισελληνικό και βάρβαρο. Το αντίθετο ακριβώς κλίμα από αυτό που επικρατούσε το 1826.

Παρότι οι μονάρχες, οι βασιλικές αυλές, η συντηρητική Δύση, η Ευρώπη κυρίως, είχαν επίσημα αρνητική στάση απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση, στον ξεσηκωμό ή τον Αγώνα, η στάση αυτή, σαν αιτία, λέγεται ότι είχε το επαναστατικό κλίμα που άρχισε να διαδίδεται στην Ευρώπη της εποχής, την καρμπονερία και τις αντιεξουσιαστικές θεωρίες. Στην πράξη όμως, η στάση των Ευρωπαίων εξηγείται, στην ουσία, λόγω της συνάφειας και της αλληλεγγύης που έχουν οι εξουσιαστές και καταπιεστές όλων των λαών ανεξαρτήτως φυλών και χρώματος.


Οι λαοί και η διανόηση εκδήλωσαν με πολλούς τρόπους την αλληλεγγύη τους προς τους μαχόμενους Έλληνες, με λόγους, χρήμα, όπλα, αλλά και τη ζωή τους πολλοί, οι λεγόμενοι Φιλέλληνες. Κάποιοι γύρευαν τιμές και αξιώματα, κάποιοι κάνανε και μπίζνες. Οι πολλοί όμως γύρευαν τη γλύκα της ελευθερίας που ‘χαν στερηθεί στις πατρίδες τους. Σήμερα, πολλοί ξένοι, σύμμαχοι, συνεταίροι ή όπως αλλιώς θέλετε, υπηρετούν την αντίθετη στάση. Απαξιώνω εντελώς στο να αναφερθώ σ’ αυτούς ονομαστικά. Οι πεσόντες Φιλέλληνες κατά την έξοδο, ο Μάγιερ, ο Μπάιζερ, ο Κλεμπ, ο Στσίπαμ, ο Λυτρέβ, ο Σπίτσελμπεργκ και ο Μπέντεζελ. Πεσόντες μαζί με τους Έλληνες ηρωικούς μαχητές, με τα ένοπλα κορίτσια, με τις μανάδες με τα παιδιά στην αγκαλιά τους και τους γέροντες. Με τους ένοπλους κληρικούς που τίμησαν τα ράσα τους, με τον Ιωσήφ των Ρωγών που ηρωικά πολέμησε στον Ανεμόμυλο. Με τον γέρο Χρίστο Καψάλη, που ανατίναξε το μπαρουτόσπιτό του μαζί με τους 400 άμαχους που προστάτευε, αυτοί, και άλλοι πολλοί, ανώνυμοι και επώνυμοι πολεμιστές και άμαχοι, μαζί με όλους τους αγωνιστές και πατριώτες που έπεσαν σε όλους τους αγώνες. Πάνω τους στηρίζεται η Ελλάδα του σήμερα. Πάντοτε θα βρίσκεται ένας παλαβός να τους μνημονεύει, ας χοροπηδάνε οι λαδωμένοι ποντικοί της μίζας και οι αραχτοί του «καναπέ» και του «φραπέ». Για όλους αυτούς, μνημόσυνο δε θα γίνει και η ιστορία θα κρατήσει ερμητική σιωπή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: