Πως επικράτησαν τα «σκουπίδια» (17-12-2016)

Η ποικιλία των επιλογών, η αντίληψη του κόσμου σαν συνάθροισμα, η καταναλωτική φιλοσοφία, η ψευδαίσθηση της κυριαρχίας της τεχνικής προκαλούν την αίσθηση του ανικανοποίητου και του ελλείμματος που χαρακτηρίζει το «εγώ» και την «εαυτότητά» του. Το υποκείμενο γίνεται αντικείμενο του εαυτού του.
Το έλλειμμα αυτό οδηγεί τον σύγχρονο άνθρωπο σε μια θυμική μίμηση ενός ορισμένου, αόριστου, ακόμα και αυθαίρετου προτύπου. Αυτή η νοητική κατασκευή θεωρεί ότι μπορεί να θεραπεύσει το «ανικανοποίητο». Η αναποτελεσματικότητα της μίμησης αυτής προκαλεί ένα συναίσθημα φθόνου, το μιμητικό πρότυπο μετατρέπεται σε απειλητικό και εχθρικό αντικείμενο για το «εγωσύστημα» και πυροδοτείται η επιθετικότητα.

Στην πατρίδα μας η συντηρητική παράταξη, η λεγόμενη δεξιά, είτε είναι κεντρώα είτε άκρα, απαλλοτρίωσε και μονοπώλησε βαφτίζοντας εθνικό ό,τι είναι ελληνικό. Στην πράξη, το έθαψε. Με αυτόν τον τρόπο, ο πολύς κόσμος, αυτό που λέμε λαός, αποξενώθηκε από την ελληνική παιδεία και σκέψη. Η ελληνική σκέψη έγινε κτήμα της κομματικής καθοδήγησης των διάφορων «φιλοσόφων» της δεξιάς, των μεταπρατών, των τραπεζιτών, έτσι, τα πάντα πηγάζουν απ’ τα ιερά χείλη τους.
Από την άλλη τώρα μεριά, η λεγόμενη προοδευτική παράταξη, η αριστερά, είτε είναι κεντρώα είτε άκρα, δέχθηκε από στενότητα σκέψης αυτή την καταπάτηση ερμηνεύοντας τον διεθνισμό με την χαρακτηριστική γι αυτήν δογματική τυφλότητα. Έτσι ο λαός αποξενώθηκε για δεύτερη φορά απ’ την ελληνική σκέψη.
Οι Νεοέλληνες για εκατό περίπου χρόνια, καθοδηγούνται από εισαγόμενη σοφία, δεξιά ή αριστερή, έχοντας επιπλέον να παλεύουν με τα σκοτάδια της μεσαιωνικής δεσποτοκρατίας. Είναι απορίας άξιο, το ότι υπάρχει ακόμα μεγάλη μερίδα Ελλήνων η οποία διατηρεί την πνευματική της υγεία, αλλά όχι σε μεγάλο αριθμό ώστε να φέρει αλλαγή.
Η κουλτούρα που διαχέεται προς την κοινωνία από τα ΜΜΕ αλλά και με κάθε άλλο μέσο, αντιστοιχεί σε μια ορισμένη ιδεολογία, αυτής της άρχουσας τάξης. Της τάξης του μηχανιστικού πολιτισμού και των στόχων του: ταχύτητα, μαζική παραγωγή, ακαριαία επικοινωνία, εξ’ αποστάσεως έλεγχος και υποταγή.
Το δογματικά ορισμένο ή το μετρήσιμο γεννά την αοριστία και το άπειρο: το χάος.

Ο κοινωνικός «εγωισμός» που καλλιεργείται απ’ τη μηχανιστική φιλοσοφία της κατανάλωσης, αναλώνει εκτός απ’ τα υλικά αγαθά και αυτές τις ίδιες τις έννοιες και τα πρότυπα που κατασκευάζει. Το γεγονός αυτό καταργεί κάθε κριτική διαδικασία. Προέχει η παραγωγή προτύπων για την κατανάλωση. Το αποτέλεσμα είναι η νόθευση αντικειμενικών χαρακτηριστικών για τα πρότυπα, η επικράτηση και ο θρίαμβος της αυτοματικής κατανάλωσης, έστω και σκουπιδιών. Καταναλώνω, άρα υπάρχω και αντιστρόφως. Η ισορροπία έτσι από δυναμική, ανθρώπινη, γίνεται στατική. Η ταυτότητα και η ελευθερία είναι δύο έννοιες αντιμαχόμενες. Δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Καθιστούν έτσι το συμβιβασμό απαραίτητο. Το δίλημμα είναι παρόν παντού: ή θα είμαι ελεύθερος ή θα έχω ταυτότητα. Έτσι θα νοθευτεί με ψεύδος η ταυτότητα ή η ελευθερία.
Σήμερα το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων οι οποίοι κοιτάζουν γύρω τους και βλέπουν μόνο την εικόνα τους γιατί αυτή τους επιβεβαιώνει, θεωρούν εαυτούς φυσιολογικό δείγμα του ανθρώπινου είδους.
Η μηχανιστική αντίληψη απέκτησε τα τελευταία εκατό χρόνια μια «κανονικότητα». Κανένας δεν την αμφισβητεί. Επανειλημμένες, τυποποιημένες σκέψεις και πράξεις, μια προκατειλημμένη και αυτοματική αντίληψη που συνεχώς απομονώνει όλες τις άλλες σωματικές και νοητικές λειτουργίες. Κατηγορώντας τους αντιπάλους και όσους αντιστέκονται ή καταγγέλλοντάς τους σαν προδότες, οι πράξεις των κατόχων της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας αποκτούν ορθότητα, νομιμότητα και εθνικό χαρακτήρα.

Γιατί δεν αντιδρά η νεολαία;
Λέγοντας την αλήθεια μαθαίνει ο νέος να εκφράζει τόσο στον εαυτό του όσο και στους άλλους το αληθές. Το ότι ψευδόμαστε στον εαυτό μας καθιστά το ψεύδος κυρίαρχο. Τα ΜΜΕ και τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα στηρίζουν την επιτυχία τους ακριβώς σε αυτή την ψευδή ταυτότητα.
Το ότι ο ασθενής αισθάνεται και μπορεί να περιγράψει τα πάθη και τους πόνους του δε σημαίνει ότι γνωρίζει και την θεραπεία. Πόσο μάλλον όταν η περιγραφή και η διάγνωση είναι ψευδής.
Ο «ξερολισμός» προκαλεί μια ανυπόφορη δυστυχία γιαυτό και η σημερινή επιστήμη, παρόλον ότι παντοδύναμη, είναι δυστυχισμένη. Δεν γελά, ούτε καν χαμογελάει ποτέ. Ελπίζει να μειώσει το άγνωστο, λες και αυτό μπορεί να μετρηθεί.

Το σύστημα εξουσίας που καθορίζει την πορεία του σύγχρονου ανθρώπου έχει καταφέρει να στήσει ένα μύθο, μία πλάνη, προκειμένου να ελέγξει την νεολαία. Τη μόνη δηλαδή πραγματικότητα που μπορεί ακόμη να το αμφισβητήσει και να το απειλήσει.
Κατάφερε να δημιουργήσει το μύθο της μη συμμετοχής στο σύστημα και την ψευδαίσθηση μιας αναγκαίας απελευθέρωσης. Στην πράξη η νωθρότητα της ευμάρειας, νοητική και πρακτική, που χαρακτηρίζει σήμερα τους νέους, συνειδητοποιείται πλανεμένα από τους ίδιους σαν απραξία και άρνηση συμμετοχής στο σύστημα, ενώ η ανευθυνότητα της ευδαιμονίας σαν απελευθέρωση από τα πάθη του βίου.
Είναι αδύνατη η πολιτική διαχείριση της κουλτούρας σε μια κοινωνία ελεύθερης αγοράς και κατανάλωσης. Στην καλύτερη περίπτωση θα χρησιμοποιήσει ανακυκλωμένα σκουπίδια. Η αλλαγή μπορεί να έρθει μόνον από πρωτοποριακές πρωτοβουλίες ομάδων ή ατόμων, πράγμα πολύ δύσκολο αλλά όχι απίθανο.
Για να αλλάξουμε τον κόσμο πρέπει πρώτα να τον γνωρίσουμε. Το ίδιο συμβαίνει και για τον εαυτό μας. Η αλλαγή χρειάζεται πρώτα γνωριμία. Αν η αυτοσυνείδηση δεν είναι ειλικρινής και διαυγής, καμία αλλαγή δεν είναι δυνατόν να συμβεί.
Οι τράπεζες, οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, οι υπερεθνικές και μεγάλες εταιρείες κλπ, δε θα χρηματοδοτήσουν ποτέ τις έρευνες, τη σπουδή και τη δράση αυτών που θέλουν να καταστρέψουν την εξουσία τους. Οι πόροι πρέπει να αναζητηθούν αλλού.

Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς, μηχανικός και φιλόσοφος γράφει «... οι αισθήσεις συνάπτουν τη μάθηση με τα ξεχωριστά αντικείμενα, οι φαντασίες με την αλλαγή των μορφών, οι δε επιθυμίες μας αποσπούν σε βίο πλήρη παθών. Κάθε τι που εξετάζεται ξεχωριστά είναι εμπόδιο της επιστροφής της μάθησης προς τους εαυτούς μας...» (Γεωμετρικά, έκδοση Teübner σελ.111 Τομ.4ος). Αυτό σημαίνει ότι εξετάζουμε τον εαυτό μας όχι μόνο του αλλά σε σχέση με το περιβάλλον του. Ανθρώπινο, φυσικό ή τεχνητό.

Τα «σκουπίδια», κάθε είδους, υποστηρίζονται από τα αφεντικά και τους υπηρέτες της «νέας εποχής» αλλά και απ’ τα κατάλοιπα της «παλαιάς», γιατί όσο αυτά κυριαρχούν δεν κινδυνεύει η εξουσία τους.
Ο Λούις Μάμφορντ, κοινωνιολόγος από τους Αμερικάνους εκείνους που ακόμα σκέφτονται, γράφει στο έργο του «Ο μύθος της μηχανής» (1970) ότι η μηχανιστική ανθρώπινη μονάδα τηρεί το πρόγραμμα, υπακούει στις εντολές, φορτώνει τις ευθύνες σε άλλους. Δεν εμπλέκεται σαν πρόσωπο στις ανάγκες άλλων προσώπων, περιορίζει τις αποκρίσεις σε ό,τι αντιμετωπίζει άμεσα, δεν προσέχει τις συναφείς ανθρώπινες θεωρήσεις, όσο ζωτικές κι αν είναι, δεν αμφισβητεί την προέλευση μιας διαταγής, ούτε ρωτάει για την τελική επιδίωξή της. Εκτελεί μέχρι κεραίας όλες τις διαταγές, όσο ανορθολογικές κι αν είναι, δεν κάνει αξιολογικές κρίσεις, ούτε διερωτάται για τη δουλειά που γίνεται. Τέλος, εξαλείφει αισθήματα ή συγκινήσεις ή ορθολογικές ηθικές ανησυχίες, που πιθανόν να εμπλέκονται στην άμεση διεκπεραίωση μιας εργασίας. Ο Μάμφορντ, γενικά, υποστήριξε ότι η τεχνολογική κοινωνία πρέπει να βρίσκεται σε αρμονική σχέση με την προσωπική ανάπτυξη και τις πολιτιστικές παραδόσεις και επιθυμίες της περιφέρειας ( «Η πόλις στην ιστορία» 1961).

Η μηχανιστική ανθρώπινη μονάδα είναι ο τέλειος γραφειοκράτης, το ρομπότ, ο Άιχμαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: