«Αφομοίωση και εξομοίωση» 7/1/2017

Όσοι μελετούν τον σύγχρονο Έλληνα και την ελληνική κοινωνία μέσα στην εκπτωτική περιδίνησή τους, θα πρέπει να παίρνουν υπόψη τους ότι ο λαός, σαν σύνολο και όχι σαν συνάθροισμα, δεν αντιλαμβάνεται, ή παραμορφώνει, το λεπτοφυές περιεχόμενο, όταν αυτό υπάρχει, στον πολιτικό λόγο. Το κομμάτι δηλαδή πολιτικής το οποίο αφορά στην πρόοδο και στην αλλαγή. Το ίδιο συμβαίνει και στην αντίληψη του θρησκευόμενου μέρους του λαού, κυρίως για θέματα συνείδησης και πίστης.
Αντί να αντιλαμβάνεται πνευματικά, με την έννοια της σκέψης, η λαϊκή θρησκεία ή η λαϊκή πολιτική αντίληψη καταφέρνει να διαστρέφει τα κείμενα είτε των αρχαίων είτε των σύγχρονων στοχαστών. Η απαιδευσία ή η έλλειψη παιδείας τα μετατρέπει σε χονδροειδέστατα κατασκευάσματα και ερμηνείες που δομούνται και γίνονται ο κορμός μιας λαϊκίστικης δοξασίας. Αλληλοαναιρούμενα και ασύνδετα θραύσματα μιας δήθεν εμπειρικής γνώσης που χαρακτηρίζει τους Έλληνες στην λαϊκή πλειονότητά τους είτε αυτή αφορά στην πολιτική είτε στη θρησκεία.

Από τα πολύ αρχαία χρόνια οι Έλληνες αρέσκονταν στη σύνθεση των ετεροτήτων, πέρα από ποσοτικές, πολιτικές ή γεωγραφικές διαφορές. Αυτός ο λόγος, η συνολικότητα της σκέψης, τους έφερε στην πρωτοπορία της κοσμολογίας και της γεωμετρίας. Δηλαδή τους ένωνε μια συνειδητότητα που προέκυπτε απ’ αυτόν τον ιδιαίτερο πολιτισμό της τέχνης, των γραμμάτων και της γλώσσας. Η συνδετική ύλη δεν ήταν πολιτική ή φυλετική, αλλά το πολιτισμικό σύνολο που δημιουργούσε η κοινή γλώσσα, οι κοινοί θεοί, η μυθολογία και η τέχνη.
Η καλλιέργεια αυτών των επιμέρους πολιτισμικών στοιχείων ήταν το μέσο που μεταβιβάζονταν η γνώση, η παράδοση και η αποδοχή της από γενιά σε γενιά. Ο αυτοσκοπός της διατήρησης της γνώσης και της παράδοσης ήταν ξένος για τον ελληνικό πολιτισμό. Αυτό σημαίνει ότι η γνώση και η παράδοση του ελληνικού πολιτισμού πραγματοποιείτο μέσα από την καλλιέργεια και την άσκησή της και όχι ως κατεψυγμένο προϊόν που εξασφάλιζε μία ταυτότητα.
Η άσκηση και η καλλιέργεια αυτού του πολιτισμού εξασφάλισε σαν γνώρισμα για τους Έλληνες μια μοναδική ικανότητα αφομοίωσης και συνεπώς δημιουργίας η οποία έγινε τρόπος και ανάγκη ζωής, τόσο στο χώρο της σκέψης, όσο και της τέχνης και της τεχνικής. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν αντέγραφαν αλλά δημιουργούσαν, μέσα στο φυσικό και υπαρκτό περιβάλλον τους τα έργα του πνεύματος και των χεριών, τον πολιτισμό τους, τον πολιτισμό δηλαδή που κληρονομήσαμε αλλά δεν βιώσαμε ούτε αποδεχθήκαμε. Η παράδοση ως πτώμα μέσα σε γυάλα προσφέρει άλλοθι στους αγράμματους και πανάθλιους σφετεριστές της ελληνικής ταυτότητας. Οι Έλληνες αισθάνονταν πάντοτε την εμπειρία του πάθους (όχι του παθήματος) σαν κάτι μυστηριώδες, σκοτεινό και τρομερό (μοίρες, Άτη, ερινύες). Αντίθετα, ο ποιητής (Ευριπίδης) σημειώνει ότι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το μυστήριο του κακού όχι σαν ξένο που προσβάλλει το λογικό τους από τον έξω του εαυτού τους κόσμο (δαίμονες, πνεύματα κλπ), αλλά σαν μέρος του εαυτού τους, και γράφει ότι ο δαίμων του ανθρώπου είναι το ήθος του (ήθος ανθρώπω δαίμων). Ο Διόνυσος παρακινεί τους ανθρώπους να μαίνονται, πράγμα που μπορεί να σημαίνει από την απελευθέρωση έως τον δαιμονισμό, δηλαδή, από το γίνομαι εκτός εαυτού, έως το αλλάζω χαρακτήρα. Η ωμοφαγία της διονυσιακής λατρείας περιλάμβανε την επιθυμία της απόκτησης ικανοτήτων ή χαρακτηριστικών του ζώου αλλά και την αποφυγή απόκτησής τους. Αν, για παράδειγμα, κάποιος ήθελε να γίνει γενναίος, έπρεπε να φάει ωμή σάρκα λέοντος, ενώ η πανουργία και η δειλία αποκτιόνταν με κατανάλωση κρέατος λαγού, ενώ το χοιρινό κρέας μετέτρεπε το σχήμα των ματιών. Αν πάλι κάποιος ήθελε να γίνει θεός,  έπρεπε να φάει θεό ωμό ή κάτι θείο. Η ιερότητα και συγχρόνως η απέχθεια, παρήγαγε σαν αντίφαση τη δυναμική της πράξης. Διερωτάται κανείς τι επιδιώκουν οι καταναλωτές σούσι, ίσως το μέγεθος του εγκεφάλου του ψαριού,  ή την σιωπή του;

Η θρησκευτική και πολιτική επικράτηση του Χριστιανισμού σαν σύστημα εξουσίας έφερε εκτός από την υλική καταστροφή των μνημείων του αρχαίου πολιτισμού και μια πνευματική μείωση της σκέψης η οποία κατευθύνεται μέσω της μεταφυσικής της και εδραιώνει ένα πολιτικό πρότυπο με θρησκευτική δομή και λειτουργία, του ενός και μοναδικού άρχοντος, του (Εβραίου) θεού, ασύδοτου και ανέλεγκτου. Σε έναν πολιτισμό όπου και οι άρχοντες ελέγχονταν, αλλά και οι θεοί αλληλοεξαρτούσαν την εξουσία τους και διαλέγονταν μεταξύ τους, επιβλήθηκε σαν πρότυπο όχι μόνον η ολιγαρχία αλλά και η απόλυτη και ηγεμονική μοναρχία.
Οι δοξασίες του αρχαίου πολιτισμού αναθεματίστηκαν και όπως δηλώνεται την ημέρα της ομολογίας πίστεως στην ορθοδοξία μόνη η γλώσσα σώθηκε αφού σαν παγκόσμια της εποχής γλώσσα των εγγράμματων εξυπηρετούσε τον οικουμενισμό της «χριστιανικής» εξουσίας.
Ο κοινός πολιτισμός έπαψε να είναι η συζευκτική ουσία των Ελλήνων. Ο αυτοσκοπός, όπως αναφέρθηκε ήδη, είναι μία έννοια και πράξη άγνωστη στον ελληνικό πολιτισμό. Τον επέβαλλαν όμως οι άγνωστες βουλές του ενός και μόνου κυρίαρχου. Η διαλεκτική πήγε περίπατο και η τελεστική υποταγή πήρε τη θέση της.

Η εκπληκτική, των Ελλήνων, ικανότητα αφομοίωσης, κριτικής σκέψης και δημιουργίας που οδηγούσε τους Έλληνες, σαν ανάγκη ζωής, σε έργα του πνεύματος και της ύλης αδιαίρετα, της σκέψης και της πράξης και της τέχνης που κληρονομήσαμε, διεστράφει από ελευθερία σε τελεστική υποταγή. Η μεταφυσική ανάγκη του ανθρώπου ταυτίστηκε έτσι με την πολιτική εξουσία και αποτέλεσε ένα δογματικό μείγμα συστηματικής ηγεμονίας. Πρότυπο αρχής σε Ανατολή και Δύση. Με αυτόν τον τρόπο ο αφομοιωτικός χαρακτήρας του ελεύθερου και αυτόνομου πνεύματος διεστράφει σε εξομοιωτικό όργανο του ενός και μοναδικού ηγεμόνα. Ακρισία, υπακοή και υποταγή. Η παμπόνηρη σύλληψη της τριαδικής υπόστασης της εξουσίας τακτοποίησε, κατά το συμφέρον, βάζοντας στο ίδιο σχήμα, μαζί με τον ηγεμόνα, και αυτή ακόμη την ηρωική στάση του μαχόμενου Ιησού, ενώ η πράγματι αγιότητα του πνεύματος χρησιμεύει σαν άλλοθι της αυθαιρεσίας του ηγεμόνα.


Ο σύγχρονος υπήκοος καταναλωτής έχει εκεί τις ρίζες του. Ο δυτικός «χριστιανός» άνθρωπος, μη έχοντας παρά μόνον εξομοιωτικά πρότυπα, υποτάχθηκε καθ’ ολοκληρία. Οι Έλληνες, λίγοι βεβαίως, αντιστέκονται ακόμη σε απελπισία και σύγχυση. Αυτός είναι ο λόγος της διάστασης μεταξύ χριστιανών της Δύσης και της Ανατολής. Οι Ευρωπαίοι ποτέ δε θα καταλάβουν τους Έλληνες και το πάθος τους ενώ έπαψαν να αντιστέκονται από πολλά χρόνια στις σειρήνες της εξομοίωσης ενός πολιτισμού παγκόσμιου, υποταγμένου και καταναλωτικού.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: